Η ανάπτυξη που παρουσιάζεται ως επιτυχία δεν στηρίζεται σε ισχυρές εθνικές βάσεις, αλλά συνεχίζει να εξαρτάται από κοινοτικούς πόρους που σταδιακά μειώνονται.
Καθώς το ευρωπαϊκό χρήμα περιορίζεται, η δημοσιονομική πειθαρχία επανέρχεται με μεγαλύτερη ένταση, μετατρέποντας τη στενότητα σε μόνιμο χαρακτηριστικό του οικονομικού σχεδιασμού.
Οι συνολικές κρατικές δαπάνες υποχωρούν από 63,05 δισ. ευρώ το 2025 σε 60,31 δισ. ευρώ το 2029 — μια μείωση 2,74 δισ. ευρώ. Οι περικοπές αφορούν ακριβώς τους τομείς που στηρίζουν την κοινωνική συνοχή και τη μελλοντική ανάπτυξη της χώρας.
Στην υγεία, οι δαπάνες μειώνονται κατά 189,5 εκατ. ευρώ, σε μια περίοδο που το δημογραφικό και η αύξηση των αναγκών απαιτούν ενίσχυση. Η μείωση αυτή επιβαρύνει νοικοκυριά και ασθενείς, αυξάνοντας τις ήδη υπερβολικά υψηλές ιδιωτικές δαπάνες.
Στην κοινωνική συνοχή, παρότι εμφανίζεται ονομαστική αύξηση 96,9 εκατ. ευρώ, στην πραγματικότητα η χρηματοδότηση μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ και δεν καλύπτει τον πληθωρισμό. Το αποτέλεσμα είναι μικρότερη προστασία για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά σε μια περίοδο που ο κίνδυνος φτώχειας παραμένει υψηλός.
Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο ανησυχητική στην Ψηφιακή Διακυβέρνηση, όπου οι δαπάνες περικόπτονται κατά 669,6 εκατ. ευρώ — μείωση 59,36%.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη συρρίκνωση του προγράμματος σε έναν τομέα που αποτελεί προϋπόθεση για την παραγωγικότητα, τη διαφάνεια και την εξυπηρέτηση πολιτών και επιχειρήσεων.
Με τόσο μεγάλη περικοπή, η ψηφιακή μετάβαση της χώρας καθίσταται σχεδόν αποκλειστικά εξαρτημένη από τα ευρωπαϊκά κονδύλια.
Στην εκπαίδευση, οι δαπάνες μειώνονται κατά 695,6 εκατ. ευρώ. Αυτό σημαίνει λιγότερους πραγματικούς πόρους για σχολεία και πανεπιστήμια, σε μια περίοδο που η ενίσχυση της παιδείας είναι αναγκαία για την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και τη βελτίωση της παραγωγικότητας.
Παρόμοιες μειώσεις καταγράφονται στην Αγροτική Ανάπτυξη (-416,9 εκατ.), στο Περιβάλλον και την Ενέργεια (-984,5 εκατ.) και στον Τουρισμό (-97,2 εκατ.). Το κράτος συρρικνώνεται συνολικά από το 25,35% στο 20,75% του ΑΕΠ — μια από τις μεγαλύτερες πτώσεις της τελευταίας δεκαετίας.
Το Μεσοπρόθεσμο 2026–2029, τελικά, δεν περιγράφει μια οικονομία που βαδίζει προς μια σταθερή και δίκαιη ανάπτυξη.
Αντίθετα, αποτυπώνει μια στρατηγική περιορισμών που αγγίζει τη δημόσια υγεία, την εκπαίδευση, την κοινωνική προστασία και τις αναπτυξιακές υποδομές.
Ένα μοντέλο που στηρίζεται περισσότερο στη μείωση των δαπανών παρά στη στοχευμένη επένδυση. Και μια οικονομία που έχει μάθει να στηρίζεται στους κοινοτικούς πόρους χωρίς να έχει διαμορφώσει εθνική στρατηγική αυτοδυναμίας με αποτέλεσμα χωρίς τον πρίγκιπα (κοινοτικοί πόροι) να επιστρέφει στο σπιτάκι των νάνων (ύφεση).
Χασκής Χρήστος
Πτυχιούχος Διοίκησης Επιχειρήσεων
Πτυχιούχος Τεχνολογίας Πληροφορικής και Επικοινωνιών
Κάτοχος ΜPA

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιο σας εδώ!