Στα πρωτοβάθμια
Ως προς την τακτική διαδικασία ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, στο πλαίσιο επιτάχυνσης της εκδίκασης υποθέσεων καταργείται η προφορική διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου και αντικαθίσταται με έγγραφη. Στην κατεύθυνση αυτή καλούνται οι ενάγοντες και οι εναγόμενοι, με τη βοήθεια των δικηγόρων τους, να συλλέξουν τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία και να τα αποτυπώσουν εγγράφως. Η έγγραφη διαδικασία εξελίσσεται βάσει συγκεκριμένων και συντετμημένων προθεσμιών. Μόνο στην περίπτωση που το δικαστήριο κρίνει ότι η υπόθεση χρήζει περαιτέρω διερεύνησης μπορεί το δικαστήριο να καλέσει μάρτυρες.
Ως προς τις προθεσμίες, οι προτάσεις θα πρέπει να έχουν κατατεθεί μέσα σε 100 ή 130 ημέρες από την κατάθεση της αγωγής και η αντίκρουση μέσα σε 15 ημέρες από τη λήξη αυτής της προθεσμίας. Επειτα από αυτό κλείνει ο φάκελος και μέσα σε 15 ημέρες ορίζεται η σύνθεση που θα κρίνει την υπόθεση. Η δίκη ορίζεται εντός ενός μήνα. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη δικάσιμο δεν εξετάζονται μάρτυρες και η υπόθεση συζητείται και χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Λόγω της σύντμησης των χρόνων, εφόσον κάποιος έχει πρόθεση να ασκήσει αγωγή κατά την τακτική διαδικασία θα πρέπει να συλλέξει σε συνεργασία με τον δικηγόρο του τα πλήρη στοιχεία και αποδείξεις, ώστε να συνταχθούν ταυτόχρονα και οι προτάσεις.
Ως προς τα ένδικα μέσα, προβλέπεται πλέον διετής προθεσμία για την άσκηση έφεσης ή αναίρεσης σε περίπτωση μη επίδοσης της απόφασης.
Σε πλειστηριασμούς, για τις πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, η διαδικασία μπορεί να προσβληθεί σε δύο σημεία. Το πρώτο είναι η υποβολή λόγων ακυρότητας πριν από τον πλειστηριασμό. Το στάδιο αυτό αφορά όλους τους λόγους ακυρότητας. Το δεύτερο στάδιο είναι μετά τον πλειστηριασμό, και κατά τη διάρκεια αυτού μπορεί να ασκηθεί ανακοπή για πλημμέλειες οι οποίες μεσολάβησαν από τον πλειστηριασμό μέχρι την κατακύρωση.
Εφεξής οι πλειστηριασμοί των ακινήτων διενεργούνται με τιμή πρώτης προσφοράς την εμπορική αξία του ακινήτου όπως αυτή προσδιορίστηκε κατά τον χρόνο της κατάσχεσης και όχι την αντικειμενική τιμή του ακινήτου, όπως ίσχυε μέχρι πρότινος. Η ημέρα του πλειστηριασμού ορίζεται υποχρεωτικά 7 μήνες από την ημέρα περάτωσης της κατάσχεσης και σε καμία περίπτωση μετά την παρέλευση 8 μηνών από την ημέρα αυτή.
Προνομιούχοι πιστωτές
Αλλαγές υπάρχουν και στην κατάταξη των προνομιούχων πιστωτών. Στη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, προηγούνται πλέον οι τράπεζες έναντι των εργαζομένων, και, σε περίπτωση πτώχευσης επιχειρήσεων και εκποίησης ακινήτων τους, το ποσοστό ικανοποίησης των εργαζομένων συρρικνώνεται στο 25%, ενώ των τραπεζών διευρύνεται στο 65%. Το υπόλοιπο 10% από το εκπλειστηρίασμα δίνεται στους μη προνομιούχους πιστωτές.
Ως προς την τακτική διαδικασία ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, στο πλαίσιο επιτάχυνσης της εκδίκασης υποθέσεων καταργείται η προφορική διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου και αντικαθίσταται με έγγραφη. Στην κατεύθυνση αυτή καλούνται οι ενάγοντες και οι εναγόμενοι, με τη βοήθεια των δικηγόρων τους, να συλλέξουν τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία και να τα αποτυπώσουν εγγράφως. Η έγγραφη διαδικασία εξελίσσεται βάσει συγκεκριμένων και συντετμημένων προθεσμιών. Μόνο στην περίπτωση που το δικαστήριο κρίνει ότι η υπόθεση χρήζει περαιτέρω διερεύνησης μπορεί το δικαστήριο να καλέσει μάρτυρες.
Ως προς τις προθεσμίες, οι προτάσεις θα πρέπει να έχουν κατατεθεί μέσα σε 100 ή 130 ημέρες από την κατάθεση της αγωγής και η αντίκρουση μέσα σε 15 ημέρες από τη λήξη αυτής της προθεσμίας. Επειτα από αυτό κλείνει ο φάκελος και μέσα σε 15 ημέρες ορίζεται η σύνθεση που θα κρίνει την υπόθεση. Η δίκη ορίζεται εντός ενός μήνα. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τη δικάσιμο δεν εξετάζονται μάρτυρες και η υπόθεση συζητείται και χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους.
Λόγω της σύντμησης των χρόνων, εφόσον κάποιος έχει πρόθεση να ασκήσει αγωγή κατά την τακτική διαδικασία θα πρέπει να συλλέξει σε συνεργασία με τον δικηγόρο του τα πλήρη στοιχεία και αποδείξεις, ώστε να συνταχθούν ταυτόχρονα και οι προτάσεις.
Ως προς τα ένδικα μέσα, προβλέπεται πλέον διετής προθεσμία για την άσκηση έφεσης ή αναίρεσης σε περίπτωση μη επίδοσης της απόφασης.
Σε πλειστηριασμούς, για τις πράξεις αναγκαστικής εκτέλεσης, η διαδικασία μπορεί να προσβληθεί σε δύο σημεία. Το πρώτο είναι η υποβολή λόγων ακυρότητας πριν από τον πλειστηριασμό. Το στάδιο αυτό αφορά όλους τους λόγους ακυρότητας. Το δεύτερο στάδιο είναι μετά τον πλειστηριασμό, και κατά τη διάρκεια αυτού μπορεί να ασκηθεί ανακοπή για πλημμέλειες οι οποίες μεσολάβησαν από τον πλειστηριασμό μέχρι την κατακύρωση.
Εφεξής οι πλειστηριασμοί των ακινήτων διενεργούνται με τιμή πρώτης προσφοράς την εμπορική αξία του ακινήτου όπως αυτή προσδιορίστηκε κατά τον χρόνο της κατάσχεσης και όχι την αντικειμενική τιμή του ακινήτου, όπως ίσχυε μέχρι πρότινος. Η ημέρα του πλειστηριασμού ορίζεται υποχρεωτικά 7 μήνες από την ημέρα περάτωσης της κατάσχεσης και σε καμία περίπτωση μετά την παρέλευση 8 μηνών από την ημέρα αυτή.
Προνομιούχοι πιστωτές
Αλλαγές υπάρχουν και στην κατάταξη των προνομιούχων πιστωτών. Στη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης, προηγούνται πλέον οι τράπεζες έναντι των εργαζομένων, και, σε περίπτωση πτώχευσης επιχειρήσεων και εκποίησης ακινήτων τους, το ποσοστό ικανοποίησης των εργαζομένων συρρικνώνεται στο 25%, ενώ των τραπεζών διευρύνεται στο 65%. Το υπόλοιπο 10% από το εκπλειστηρίασμα δίνεται στους μη προνομιούχους πιστωτές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιο σας εδώ!