Οι Απόκριες είναι μία εορταστική περίοδος ξεφαντώματος, που ξεκινά από πολύ παλιά και έχει τις ρίζες της στην αρχαία Ελλάδα. Συνδέεται µε την λατρεία του ∆ιονύσου, θεού του κρασιού και των εορτασµών. Η αγγλική λέξη «carnival» προέρχεται από το λατινικό «carnem levare» ή «carnis levamen», που σηµαίνει «διακοπή της βρώσης κρέατος.
Αυτή η δηµοφιλής παράδοση
προέρχεται από τις παγανιστικές τελετουργίες των αρχαίων Ελλήνων και τις
γιορτές προς τιµή του ∆ιονύσου, θεού του κρασιού και της ευθυµίας. Οι άνθρωποι
µεταµφιέζονταν σε σατύρους ή φορούσαν µάσκες και ξεχύνονταν στους δρόµους και στις γειτονιές συµπεριφερόµενοι
«προκλητικά» µε τολµηρές φράσεις και πράξεις. Αυτό εξυπηρετούσε το σκοπό να
επιτρέπεται να εκφράζονται ελεύθερα ερωτικές σκέψεις ενώ έκρυβαν την αληθινή
τους ταυτότητα πίσω από τις µάσκες.
Ένα από τα πολλά ελληνικά αποκριάτικα έθιμα που έχει την ιστορική του αξία είναι και ο
χορός:
«Πώς το τρίβουν το πιπέρι»
Πρόκειται για ένα κλέφτικο τραγούδι, αλλά λόγω της απαγγελίας
του τραγουδιστή και των κινήσεων των χορευτών έχει καθιερωθεί σαν σατυρικό και
χορεύεται συνήθως τις Αποκριές. Το τραγούδι φτιάχτηκε και τραγουδήθηκε από την
λαϊκή μούσα σαν κλέφτικο, με σκωπτικό ρυθμό.
Λίγα λόγια για την ιστορία του τραγουδιού:
Μια
φορά επί Τουρκοκρατίας και κατά την περίοδο του μεγάλου κατατρεγμού της
Κλεφτουριάς το 1804 – 1805, σ’ ένα μοναστήρι του Μοριά κατέφυγαν και κρύφτηκαν
για να βρουν άσυλο, ένα μικρό μπουλούκι κλεφτών της περιοχής. Οι Τούρκοι είχαν
τις πληροφορίες, ότι σ’ εκείνο το Μοναστήρι κρύβονταν οι κλέφτες και μια μέρα
αποφάσισαν να επέμβουν και να τους σκοτώσουν.
Ο
ηγούμενος και οι καλόγεροι είχαν λάβει τ’ απαραίτητα μέτρα για κάθε ενδεχόμενο.
Γι’ αυτό τον λόγο είχαν μεταμφιέσει, τους κλέφτες σε καλόγερους, φορούσαν
κανονικά ράσα και κάτω από αυτά έκρυβαν τ’ άρματά τους.
Όταν λοιπόν έφθασαν τα τουρκικά αποσπάσματα
μαζεύτηκαν σ’ ένα μέρος που το χρησιμοποιούσαν για αλώνια, εκεί κάθισαν όλοι
στα γόνατα και έκαναν πως με τα μέλη του σώματός τους έτριβαν το πιπέρι
(εννοείται το μαύρο πιπέρι που εισάγονταν σε κόκκους από το εξωτερικό).
Μπαίνοντας οι Τούρκοι στον περίβολο της μονής ρώτησαν τον ηγούμενο για κλέφτες,
εκείνος όμως έκανε τον αδιάφορο, λέγοντάς τους ότι δεν γνωρίζει τίποτα.
Ο
Τούρκος τσαούσης (αστυνόμος) με τους στρατιώτες του, όταν είδε τους καλόγερους
που κάθονταν στα γόνατα και έκαναν συντονισμένες κινήσεις προς το έδαφος,
χρησιμοποιώντας πότε την κοιλιά τους, πότε την μύτη τους, πότε το σαγόνι τους
και πότε τα οπίσθιά τους απόρησαν μιας και τούς ήταν άγνωστο αυτό το σκηνικό. Ο
ηγούμενος τότε εξήγησε ότι τους έχει τιμωρήσει για ανυπακοή, για μερικές
παρατυπίες και αταξίες που έκαναν στο μοναστήρι.
Κι όπως λέει και το τραγούδι στην
αρχή, έλεγε στους καλόγερους να τρίψουν
το πιπέρι με τα γόνατα, όμως κάτω από τα
ράσα τους είχαν τα τουφέκια τους έτοιμα. Μετά ο ηγούμενος τους έλεγε με τα
οπίσθιά τους, ακολούθως με την μύτη να τρίψουν το πιπέρι, έτσι για να
διασκεδάσει τον Τούρκο αξιωματικό. Ήταν τόσο καλά εκπαιδευμένοι σε αυτό το
θέατρο που έπαιζαν μπροστά στους Τούρκους, ώσπου αυτοί και ο τσαούσης,
ξεκαρδίστηκαν από τα γέλια, με τα καμώματα των καλόγερων. Καθώς όμως
παράτησαν τα όπλα τους από τα γέλια και από οικειότητα προς τους καλόγερους ο
ηγούμενος έδωσε την εντολή, τραγουδώντας: «Για σ’κωθείτε παλικάρια, Μοραΐτικα
λιοντάρια». Τότε οι καλόγεροι σηκώθηκαν με μιας τράβηξαν τα γιαταγάνια τους και
κατέσφαξαν τους Τούρκους χωρίς αυτοί να προλάβουν να φέρουν την παραμικρή
αντίσταση. Έτσι, η πονηριά του ηγούμενου
και η παλικαριά των κλεφτών έγινε θρύλος και η λαϊκή μούσα έκανε το παραδοσιακό
τρίψιμο του πιπεριού ένα τραγούδι που τραγουδήθηκε και τραγουδιέται ακόμη και
σήμερα.
Ένα άλλο
αποκριάτικο έθιμο και ήταν
της «Χάσκας ή Χάσκο ή Χάψας»,
υπενθυμίζοντας τη νηστεία που πρέπει να τηρηθεί στο μεσοδιάστημα αυτό.
Σύμφωνα με την παράδοση, την τελευταία μέρα της Αποκριάς, ο
γηραιότερος της φαμίλιας (ο παππούς ή ο πατέρας ή κάποιος θείος) παίρνει ένα
ξύλινο μακρύ κοντάρι ή δένει στο ταβάνι του σπιτιού μία κλωστή στην άκρη της οποίας δένει ένα βρασμένο και
ξεφλουδισμένο αυγό. Ολόκληρη η φαμίλια καθόταν οκλαδόν σε κύκλο γύρω από τον
παππού, ο οποίος κουνάει σαν εκκρεμές το αυγό μπροστά στα στόματα των μελών της
οικογένειας. Με αυτό τον τρόπο ο καθένας απ' αυτούς προσπαθεί να πιάσει το αβγό
με τα δόντια, χωρίς τη βοήθεια των χεριών. Όποιος τα καταφέρει θεωρείται
τυχερός.
Είναι ένα έθιμο που σηματοδοτεί την έναρξη της Σαρακοστής καθώς
λέγεται ότι «με αυγό κλείνει το στόμα το βράδυ της Αποκριάς, με αυγό ανοίγει το
βράδυ της Ανάστασης».
Ιδιαίτερα γιαυτό το έθιμο, το οποίο τείνει να
εξαφανιστεί, είναι ανεξίτηλες οι εικόνες στο μυαλό μας, όταν τα
παιδιά μαζεύονταν γύρω από το εκκρεμές αυγό, και προσπαθούσαν να πιάσουν το
αυγό και επίτηδες ο πατέρας το τίναζε
ψηλά και φυσικά όποιος από αυτούς ήταν τολμηρός και είχε βρει
την τεχνική κατάφερνε να κερδίσει το αυγό!
Για να μην ξεχνάμε την ιστορία του τοπικού λαϊκού μας πολιτισμού.
Καλές Απόκριες! Καλή Σαρακοστή!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιο σας εδώ!