Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΔΗΜΟΥ ΖΗΡΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗΣ

ΦΙΛΙΠΠΙΑΔΑ, ΟΜΙΛΙΑ  12/10/2014

=============
Η ζωή μας ολόκληρη είναι ένα ερώτημα και μια απάντηση. Άπειρα ερωτήματα στη διάρκεια ενός βίου. Από τα πιο απλά πράγματα, τι θα φάμε, τι θα πιούμε, μέχρι τα πιο μεγάλα, πως θα κυβερνηθούμε, τι θα ψηφίσουμε δηλαδή, ποιο θεό πιστεύουμε και τα λοιπά.
Τόσο η ερώτηση, όσο και η απάντηση είναι μέγα πρόβλημα. Καθορίζουν και διαμορφώνουν τη ζωή μας. Είτε ρωτάμε εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας, είτε ρωτάμε τους άλλους, είτε οι άλλοι ρωτούν εμάς.
Η ερώτηση έχει ένα επιπλέον χαρακτηριστικό: Αποτελεί εξάρτηση για τον ερωτώντα. Ανάλογα με τη διατύπωση της ερώτησης, ανάλογα με το περιεχόμενό της, θα ληφθεί και η αντίστοιχη απάντηση.
Το σημερινό ερώτημα είναι: Γιατί συγκεντρωθήκαμε εδώ;

Μπορούν να δοθούν πολλές απαντήσεις.
Μία από αυτές, η καθιερωμένη, είναι για να τιμήσουμε όσους θυσιάστηκαν για να λάβει χώρα ένα σπουδαίο ιστορικό γεγονός, δηλαδή, η απελευθέρωση αρχικά της Φιλιππιάδας και ολόκληρης της Ηπείρου στη συνέχεια.
Αρκεί αυτό; Αρκεί μόνο αυτό;
Τι σημαίνει τιμώ μια ιστορική επέτειο; Πιο συγκεκριμένα, τι σημαίνει τιμώ την απελευθέρωση της Φιλιππιάδας και της ευρύτερης περιοχής 102 χρόνια μετά;
Ακόμα πιο συγκεκριμένα: Συγκεντρωθήκαμε εδώ για να κάνουμε αναφορά στα καταγεγραμμένα ιστορικά γεγονότα, να τιμήσουμε και να ευχαριστήσουμε αυτούς που ελευθέρωσαν την πατρίδα μας κι ύστερα να συνεχίσουμε ανεπηρέαστοι, ο καθένας, τα της βιομέριμνάς μας;
Αν η απάντηση είναι καταφατική, τότε, πιστεύω, ότι, εκτός των άλλων, αδικούμε και όσους θυσιάστηκαν και τους εαυτούς μας.
Γιατί;
Γιατί η ιστορία δεν είναι η απλή αναφορά, η απλή υπενθύμιση γεγονότων του παρελθόντος. Δεν είναι μόνο αυτό που προανέφερα.
Έχουν πει πολλά, πολλοί σοφοί, για την αξία της ιστορίας.
«Αν δεν γνωρίζεις τι έγινε στο παρελθόν, θα είσαι εσαεί παιδί. Αν ο άνθρωπος δεν εκμεταλλευτεί όλο το μόχθο του παρελθόντος, θα παραμείνει για πάντα στη νηπιακή ηλικία της γνώσης» (Κικέρων)

 «Είναι ευτυχής όποιος μελέτησε την ιστορία, γιατί αυτός ούτε τους πολίτες παρακινεί στην καταστροφή, ούτε ο ίδιος γίνεται άδικος»
(Ευριπίδης)
«Η Ιστορία γράφεται από τους νικητές» (Ναπολέων Βοναπάρτης)

«Το γενικότερο δίδαγμα της ιστορίας είναι: τα ίδια, με διαφορετικό τρόπο. Όποιος έχει διαβάσει Ηρόδοτο έχει διαβάσει σχεδόν όλη την ιστορία» (Άρθουρ Σοπενχάουερ)

«Ιστορικά, τα πιο τρομερά πράγματα -πόλεμος, γενοκτονία, δουλεία- προέκυψαν όχι από την ανυπακοή, αλλά από την υπακοή» (Howard Zinn)

«Ιδού το μάθημα που μας διδάσκει η ιστορία: Επανάληψη» (Gertrude Stein, 1874-1946)

«Υπάρχει ένας καλός λόγος που κανένας δεν σπουδάζει ιστορία. Σου μαθαίνει πάρα πολλά» (Noam Chomsky)

«Όλη η ιστορία είναι σύγχρονη» (Benedetto Croce, 1886-1952, Ιταλός φιλόσοφος)

«Από την ιστορία μαθαίνουμε πως τίποτα δεν γίνεται τυχαία, αλλά όλα έχουν τις αιτίες τους» (Πολύβιος)

«Η μελέτη της ιστορίας μπορεί πολύ να συντελέσει στη διόρθωση του βίου των ανθρώπων, γιατί απ' αυτή ποριζόμαστε πολλά και σοφά βιοτικά διδάγματα» (Πολύβιος)

«Δεν μένει καιρός στην ιστορία για να είναι δίκαιη. Δουλειά της είναι, αφού είναι μεροληπτική, να αναφέρει τις επιτυχίες, όμως πολύ σπάνια την ηθική τους αξία. Έχει τα μάτια της στυλωμένα στους νικητές κι αφήνει στη σκιά τους αφανισμένους» (Στέφαν Τσβάιχ)

««Η ιστορία διδάσκει τα πάντα, ακόμα και το μέλλον» (Λαμαρτέν)

«Οι απλοί άνθρωποι, αυτοί που τα ονόματά τους δεν μπαίνουν σε βιβλία ιστορίας, είναι αυτοί που δημιουργούν την ιστορία» (Νόαμ Τσόμσκι)

«Όσο πιο πολύ πίσω πάμε στο παρελθόν, τόσο πιο μακριά στο μέλλον μπορούμε να δούμε» (Ουίνστον Τσώρτσιλ)

«Όποιος την ιστορία του την ίδια δεν ξέρει,
το πώς και το γιατί εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια,
στης αμάθειας το σκοτάδι μένει
και ζει μονάχα απ' τη μια (μέρα) στην άλλη μέρα» ( Γκαίτε)

Προσωπικά, τα πιστεύω όλα αυτά τα, ας τα πούμε, διαχρονικά αποφθέγματα, σπουδαίων πνευματικών ανθρώπων, στον έναν ή στον άλλο βαθμό.

Εκείνα στα οποία θέλω να επικεντρωθώ σήμερα είναι δύο:

Το πρώτο είναι του Σοπενχάουερ: «Το γενικότερο δίδαγμα της ιστορίας είναι: τα ίδια, με διαφορετικό τρόπο. Όποιος έχει διαβάσει Ηρόδοτο έχει διαβάσει σχεδόν όλη την ιστορία».
Το δεύτερο είναι του Γκαίτε:
« Όποιος την ιστορία του την ίδια δεν ξέρει,
το πώς και το γιατί εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια,
στης αμάθειας το σκοτάδι μένει
και ζει μονάχα απ' τη μια (μέρα) στην άλλη μέρα».

Ερώτημα: Τι σημαίνει γνωρίζω ιστορία;
Κατ’ αρχήν να θυμίσω ότι η λέξη ιστορία έχει αρχαιοελληνική προέλευση. Ποιο περιεχόμενο έδιναν οι πρόγονοί μας σε αυτή τη λέξη;
Ιστορία ήταν «η γνώσις ή μάθησις δ’ ερωτήσεων ή ερεύνης προσγενομένη» (Liddell-Scott).  
Δηλαδή, οι πλάστες της λέξης ιστορίας, εννοούσαν την καθολική γνώση, όλων των επιστημονικών αντικειμένων. Αργότερα, που κατακερματίστηκαν  και χώρισαν η μία επιστήμη από την άλλη, περιορίστηκε (η ιστορία) στο περιεχόμενο που γνωρίζουμε σήμερα.
Απάντηση, λοιπόν, στο προηγούμενο ερώτημα: Γνωρίζω ιστορία σημαίνει ότι έχω διαβάσει τις πηγές, από όσες περισσότερες πλευρές είναι δυνατό, και των νικητών και ιδίως των νικημένων, και των συστημικών και των εκτός συστήματος, έχω αναλύσει σε βάθος τα διαβάσματά μου, έχω εμβαθύνει, έχω συζητήσει, έχω ανταλλάξει γνωστικό υλικό, έχω ερμηνεύσει, έχω «αποκρυπτογραφήσει», έχω διατυπώσει μόνος μου ή και με άλλους μαζί τα σωστά ερωτήματα και έχω βρει τεκμηριωμένες, λογικές, επαληθεύσιμες απαντήσεις.
Λέξεις-κλειδιά για τη γνώση: Αποδελτιώνω, Αποφλοιώνω, Απομυθοποιώ, Επανασυναρμολογώ.
Είναι εύκολο αυτό; Η απάντηση είναι: όχι. Θέλει χρόνο, θέλει κόπο και κυρίως θέλει βούληση, απόφαση. Απευθύνεται σε όσους δεν είναι «τυφλοί τον νουν», σε όσους δεν πάσχουν «από αδράνεια σκέψεως» και έχουν επιλέξει και αποφασίσει να δουν και να γνωρίσουν την πραγματικότητα. Παρελθούσα και παρούσα και, στη συνέχεια, να διαβλέψουν, όσο γίνεται, την μέλλουσα.
Με δικά μου απλά, πολύ απλά λόγια: Όποιος δεν έχει μελετήσει, όποιος δεν  γνωρίζει ιστορία, δεν ξέρει, δεν καταλαβαίνει τι του συμβαίνει και γιατί του συμβαίνει. Εξ αυτού, ο καθένας, δεν ξέρει πώς να διαχειριστεί, πώς να αντιμετωπίσει τη δική του, την παρούσα οικονομική, πολιτική και πολιτισμική πραγματικότητα
Δεν είναι σε θέση να διατυπώσει ορθά και πραγματικά ερωτήματα και να δώσει ρεαλιστικές, αληθινές απαντήσεις.
Αν δούμε αυτά που κάθε φορά μας συμβαίνουν ο καθένας χωριστά, και τα δούμε αποκομμένα από την ιστορική συνέχεια, τη διαχρονική διαμόρφωση και εξέλιξή τους, κάθε φορά που μας συμβαίνει κάτι ενοχλητικό και δυσάρεστο, θα μένουμε αμήχανοι, με το στόμα ανοιχτό, άναυδοι, εμβρόντητοι, κατάπληκτοι, αποσβολωμένοι και θα αναρωτιόμαστε: Μα είναι δυνατόν να συμβαίνουν αυτά; Μα δεν ξέρουν τι κάνουν; Μα γιατί τα κάνουν; Δεν καταλαβαίνουν τίποτα;
Αυτές τις ερωτήσεις ακούμε γύρω μας τα τελευταία χρόνια.
Βλέπετε, πάλι μπλέκουμε με ερωτήματα. Με λάθος, όμως, ερωτήματα. Έτσι, ή θα υπάρξουν λάθος απαντήσεις ή δεν θα υπάρξουν καθόλου απαντήσεις.
Από την ιστορική σκοπιά, και θα καταδειχθεί στη συνέχεια, δεν υπάρχουν απρόβλεπτες εξελίξεις. Τίποτα δεν είναι νέο. Τίποτα δεν γεννιέται από το τίποτα. Όλα έχουν την προέλευσή τους και, κυρίως, όλα έχουν την εξήγησή τους. Όλα τα γεγονότα του παρόντος μας έχουν την ιστορική συνέχειά τους.
Ας συνεχίσουμε τα ερωτήματα:
Ποια είναι η ιστορία; Είναι μία; Είναι μοναδική;
Η απάντηση, σαφέστατα, είναι όχι. Η ιστορία γράφεται ανάλογα με την πλευρά, που αυτοτοποθετείται ο γράφων ιστορικός. Αν βρίσκεται στην πλευρά της εν ισχύει εξουσίας, τότε θα είναι ο «αναγνωρισμένος», ο «επίσημος», ο «εθνικός» ιστορικός. Ταυτόχρονα, η ιστορία των εκάστοτε ισχυρών, είναι η κατεστημένη και σε ένα μεγάλο βαθμό η υποχρεωτική ιστορία για τους λαούς.
Οι άλλοι ιστορικοί, οι εκτός θεσμών και διαπλοκής, αγωνίζονται, συνήθως λοιδορούμενοι και διωκόμενοι, στο περιθώριο. Κατ’ εμέ, είναι λίγοι και εκλεκτοί.
Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του σπουδαίου ιστορικού Προκόπιου: Έγραψε μία «επίσημη ιστορία», δοξαστική για την εξουσία, τον αυτοκράτορα Ιουστινιανό και τους συν αυτώ και παράλληλα, έγραψε, και μία άλλη ιστορία, «απόκρυφη», πιο αληθινή, πιο πραγματική, στην οποία περνούσε γενεές δέκα τέσσερις τον Ιουστινιανό, τη σύζυγό του Θεοδώρα και τους λοιπούς αυλικούς. 
-------------
ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ – ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ

Μετά από αυτή την μικρή «εισαγωγή», θα ήθελα τώρα να μιλήσω λίγο για τους πρωταγωνιστές εκείνων των χρόνων, εκείνων των γεγονότων που οδήγησαν στην απελευθέρωσή μας.

ΟΙ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΒΑΣΙΛΙΑΔΕΣ

Θα ξεκινήσω από τον τότε ανώτατο άρχοντα, τον Βασιλιά Γεώργιο τον Α΄ της Ελλάδος μεν, Δανό δε την εθνικότητα, Χριστιανός - Γουλιέλμος - Φερδινάνδος - Αδόλφος Γλύξμπουργκ ήταν το κανονικό όνομά του, με επιβολή των τότε κυρίαρχων ξένων μεγάλων δυνάμεων.

Διετέλεσε Βασιλιάς της Ελλάδας από το 1863 μέχρι το 1913 για πενήντα χρόνια. Ήταν ο δεύτερος κατά σειρά Βασιλιάς της νεότερης Ελλάδας μετά τον Όθωνα και αρχηγός του νέου Βασιλικού Οίκου των Γλύξμπουργκ, που μακροημέρευσε και έφτασε μέχρι τις μέρες μας.

Γεννήθηκε στην Κοπεγχάγη στις 24 Δεκεμβρίου 1845 και ήταν ο δευτερότοκος γιος του πρίγκιπα και μετέπειτα Βασιλιά της Δανίας Χριστιανού Θ΄. Αν δεν έγινε αντιληπτό: Ένας δεκαοχτάρης Δανός έγινε Βασιλιάς σε μια ξένη γι’ αυτόν χώρα. Πως έγινε; Στα τέλη του 1862, αφού είχε εκθρονιστεί ο Όθωνας, διοργάνωσαν ένα δημοψήφισμα για την εκλογή νέου Βασιλιά. Έπρεπε να υπάρχει αυτό που λέμε σήμερα δημοκρατική νομιμοποίηση. Οι υποψήφιοι Βασιλιάδες ήταν δύο: Ο πρίγκηπας Αλφρέδος της  Αγγλίας και ο πρίγκηπας Γουλιέλμος της Δανίας. Δηλαδή, κλήθηκαν οι Έλληνες να εκλέξουν ως ανώτατο άρχοντά τους έναν από δύο ξένους, δύο αλλοδαπούς. Πρώτος ήρθε ο πρίγκηπας  Αλφρέδος της  Αγγλίας, πήρε 230.016 ψήφους. Δεύτερος ήρθε πρίγκηπας Γουλιέλμος της Δανίας, πήρε 6 ψήφους. Η δουλειά όμως κάπου χάλασε. Ο Αλφρέδος άλλαξε γνώμη και δεν ήθελε να γίνει Βασιλιάς. Τι έκανε η τότε Βουλή, οι τότε αντιπρόσωποι του Έθνους; Εννοείται ότι δεν θα άφηναν το κράτος «ακυβέρνητο». Έγραψαν το δημοψήφισμα στα παλιά τους παπούτσια και αποφάσισαν να κάνουν Βασιλιά τον Γουλιέλμο της Δανίας, αυτόν που ψήφισαν μόνο 6 Έλληνες. Τον «βάφτισαν» σε Γεώργιο, για να ταιριάζει, λέει, περισσότερο στην Ελλάδα.

Ο Γεώργιος ο Α΄ είχε στην πλάτη του τον αποκαλούμενο «ατυχή» πόλεμο του 1897, κατά τον οποίο, σημειωτέον, κάηκε από τους Τούρκους η πόλη μας η Φιλιππιάδα.

Αυτός λοιπόν ο Βασιλιάς, που θα ήθελε να ζήσει το υπόλοιπον της ζωής του δοξασμένος με τις νίκες του στρατού και του λαού της Ελλάδος,  δολοφονήθηκε στις 18 Μαρτίου 1913 (5 Μαρτίου με το τότε ισχύον Ιουλιανό ημερολόγιο) στη Θεσσαλονίκη σε ηλικία 68 χρονών από κάποιον Σχινά, τον οποίο οι ιστορικοί χαρακτηρίζουν απλά «ανισόρροπο».

Δεύτερος Πρωταγωνιστής: Ο διάδοχος του Γεωργίου Α΄, ο Κωνσταντίνος Α΄. Γεννήθηκε στις 2 Αυγούστου 1868 και πέθανε τον 11 Ιανουαρίου 1923. (Ο Κωνσταντίνος Β΄, για όσους δεν γνωρίζουν, είναι ο σημερινός πρώην Κωνσταντίνος Γλύξμπουργκ).

Είχε θεωρηθεί και ήταν ένας από τους κύριους υπεύθυνους της καταστροφικής και συνάμα ντροπιαστικής ήττας του πολέμου του 1897. Τότε ήταν Διάδοχος του θρόνου, 29 χρονών και του είχε ανατεθεί η αρχιστρατηγία του πολέμου από τον τότε πρωθυπουργό Δηλιγιάννη.
Μετά τον πόλεμο του 1897, η τότε κυβέρνηση Θεοτόκη ανέθεσε στον Διάδοχο την αναδιοργάνωση του στρατεύματος. Γράφεται  ότι το έργο του Διαδόχου ήταν πράγματι αξιόλογο. Γύρω του έδρασαν οι ικανοί αξιωματικοί Β. Δούσμανης, Ι. Μεταξάς, Ξ. Στρατηγός, Ι. Παπαβασιλείου κ.ά.
Στους Βαλκανικούς Πολέμους, ο Κωνσταντίνος, ο οποίος το 1912 ήταν 44 χρονών, ήταν πάλι αρχιστράτηγος, αλλά αυτή τη φορά πιο διαβασμένος και πιο «τυχερός». Θεωρήθηκε ο πρωτεργάτης, ο φυσικός ηγέτης των νικών του Ελληνικού Στρατού. Δοξάστηκε και υμνήθηκε όσο κανείς άλλος ανώτατος άρχων. Μετά τη δολοφονία του πατέρα του Γεωργίου Α΄, έγινε βασιλιάς τον Μάρτη του 1913.
Αυτός λοιπόν ο «δαφνοστεφανωμένος» βασιλιάς, με απαίτηση πάλι των ξένων, των Γάλλων κυρίως, εξορίστηκε από την Ελλάδα τον Ιούνιο του 1917. Το σύστημα, γέννημα και μέρος του οποίου ήταν και ο ίδιος, δεν τον ήθελε πλέον και τον απέβαλε.
Στη συνέχεια, άλλαξαν οι συνθήκες, επέστρεψε στην Ελλάδα, με δημοψήφισμα τον Δεκέμβριο του 1920  (πάντα της «μόδας» και είδος πλυντηρίου τα δημοψηφίσματα). Το 1922, μεσούσης της Μικρασιατικής καταστροφής, τον έδιωξαν και πάλι, για τους ίδιους λόγους.
Εγκαταστάθηκε στο Παλέρμο της Ιταλίας, όπου πέθανε βαριά άρρωστος  στις 11 Ιανουαρίου 1923 σε ηλικία 55 χρονών. Η σορός του ανακομίστηκε από το Παλέρμο στη Φλωρεντία. Το 1936, ο τότε βασιλιάς Γεώργιος ο Β΄, μετέφερε τα οστά του Κωνσταντίνου στους οικογενειακούς τάφους της δυναστείας στο Τατόϊ.
Στις πηγές της εποχής αναφέρεται ότι πάνδημος και κατά-συγκινημένος ο λαός συμμετείχε στην  τελετουργία. Ο ίδιος λαός στο όνομα του οποίου είχε εξοριστεί δυο φορές.
===============


ΟΙ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΙ

Θα αρχίσω από τις βουλευτικές εκλογές, που έγιναν στις 16 Απριλίου 1895. Κι αυτό γιατί η αρχή της απελευθέρωσης, οι πρώτες απόπειρες, πηγαίνουν λίγα χρόνια πίσω από το 1912.

Οι υποστηρικτές του Θεόδωρου Δηλιγιάννη αναδείχτηκαν ως η μεγαλύτερη δύναμη στο κοινοβούλιο, με 150 από τις 207 έδρες, ποσοστό εδρών 72,46%.
Ο Θόδωρος Δηλιγιάννης ήταν ο Πρωθυπουργός του πολέμου του 1897.
Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης (Λαγκάδια Αρκαδίας, 19 Μαΐου 1824 - Αθήνα, 31 Μαΐου 1905) ήταν νομικός και πολιτικός, πληρεξούσιος, βουλευτής, υπουργός σε αρκετές κυβερνήσεις και πέντε φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας.

Μετά την αποτυχία του πολέμου του 1897, παραιτήθηκε εν μέσω του πολέμου, στις 18 Απριλίου του 1897, πριν υπογραφεί  η ανακωχή και η συνθήκη της ειρήνης.

Τον διαδέχθηκε ο Δημήτριος Ράλλης (από τότε, κι ακόμα πιο πριν, υπήρχε η οικογένεια των Ράλληδων, που έφτασε μέχρι τις μέρες μας). Αυτός παραιτήθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 1897 και τον διαδέχτηκε ο Αλέξανδρος Ζαΐμης, που κυβέρνησε μέχρι τις 2 Απριλίου 1899.
Ο Δηλιγιάννης ήταν πολέμιος των χαρτοπαικτικών λεσχών, οι οποίες ήταν μάστιγα για την εποχή. Δολοφονήθηκε σε ηλικία 81 ετών στις 31 Μαΐου 1905 στα σκαλιά της Βουλής από τον διαβόητο την εποχή εκείνη χαρτοπαίκτη Αντώνη Γερακάρη, επειδή είχε απαγορεύσει τη λειτουργία των χαρτοπαικτικών λεσχών.
Ο Δημήτριος Ράλλης έγινε πρωθυπουργός τον Απρίλιο του 1897 για πέντε μήνες μόνο. Διετέλεσε ακόμη πρωθυπουργός τις περιόδους 28 Ιουνίου 1903 - 6 Δεκεμβρίου 1903 – περίπου εξ μήνες, 9 Ιουνίου 1905 - 8 Δεκεμβρίου 1905 –πάλι περίπου εξ μήνες και 7 Ιουλίου 1909 - 15 Αυγούστου 1909 – περίπου σαράντα μέρες.
Συνολικά έγινε πρωθυπουργός πέντε φορές για μικρά διαστήματα. Την τελευταία πρωθυπουργία του διέκοψε η στρατιωτική επανάσταση του 1909 στο Γουδί και η εμφάνιση του Βενιζέλου στην πολιτική ζωή του τόπου, τον οποίο ο Ράλλης αντιπολιτευόταν, αν και συμφωνούσε μαζί του σχετικά με τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Μετείχε στις κυβερνήσεις Γούναρη, Ζαΐμη και Σκουλούδη και ανέλαβε για τελευταία φορά την πρωθυπουργία το 1920 για μικρό όμως και πάλι χρονικό διάστημα, δύο μήνες και είκοσι ημέρες (04.11.1920 – 24.01.1921).
Πέθανε από καρκίνο λίγο αργότερα στην Αθήνα σε ηλικία 77 ετών.
Γιος του Δημητρίου Ράλλη ήταν ο κατοχικός πρωθυπουργός Ιωάννης Ράλλης και γιος του Ιωάννη Ράλλη και εγγονός του Δημητρίου Ράλλη ήταν ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης.
Παρένθεση: Τον Οκτώβριο του έτους 1908, ο Δημήτριος Ράλλης επισκέφθηκε την κατεχόμενη τότε από τους Τούρκους Φιλιππιάδα. Διαβάζω ανταπόκριση από την εφημερίδα ¨ΗΠΕΙΡΟΣ»:

«Ο κ. Ράλλης …. Εκ Πρεβέζης κατηυθύνθη εις Φιλιππιάδα ένθα εγένετο αυτώ ενθουσιώδης υποδοχή. Έξωθι της πόλεως προϋπήντησαν οι αντιπρόσωποι του Κομιτάτου, ο Αρχιερατικός Επίτροπος, ο Καϊμακάμης και επιτροπή της Κοινότητος, ακολουθούμενοι από πλήθος λαού, εν ατελευτήτοις ζητωκραυγαίς. Η συνοδεία κατέληξεν εις την λέσχην, οπόθεν απαιτήσει του λαού, ο κ. Ράλλης ωμίλησε προς το πλήθος. Ο κ. Ράλλης εις τον λόγον του ετόνισε την σημασίαν της συμβιώσεως των δύο λαών εν αγάπη και ομονοία. Ο στρατός παρουσίασεν όπλα. Κατά την άφιξιν εις την Μητρόπολιν ο αρχιερατικός Επίτροπος προσεφώνησεν από της εισόδου. Είτα ο κ. Ράλλης απέδωκε την επίσκεψιν προς τον Καϊμακάμην Φιλιππιάδος.
Την εσπέραν παρετέθη υπό της Κοινότητος τιμητικόν γεύμα, εις το οποίον παρεκάθησεν ο κ. Ράλλης μετά των συν αυτώ,  ο Καϊμακάμης, τα Κομιτάτα Πρεβέζης και Φιλιππιάδος και οι συνοδεύοντες Τούρκοι αξιωματικοί. Ο Καϊμακάμης προέπιεν υπέρ υγείας του κ. Δ. Ράλλη, απήντησε δε ο αρχηγός ευχαριστών. Επηκολούθησαν προπόσεις εκ μέρους του Κομιτάτου, του στρατιωτικού Διοικητού και του Αρχιερατικού επιτρόπου».  

Ο τρίτος πρωθυπουργός του πολέμου του 1897 ήταν ο Αλέξανδρος Ζαΐμης (9 Νοεμβρίου 1855-15 Σεπτεμβρίου 1936) ήταν νομικός, πολιτικός, διπλωμάτης και τραπεζίτης, γόνος (κι αυτός) της ιστορικής οικογένειας των Ζαΐμηδων.

Διετέλεσε κατά περιόδους υπουργός, έξι φορές πρωθυπουργός της Ελλάδος, δύο φορές Πρόεδρος της Βουλής, Ύπατος Αρμοστής της Κρήτης, διαδεχόμενος τον παραιτηθέντα Πρίγκιπα Γεώργιο, καθώς και Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας το 1929.
Παύθηκε από τον Γ. Κονδύλη στις 10 Οκτωβρίου του 1935, όταν η Βουλή το ίδιο βράδυ τον διόρισε Αντιβασιλέα, καταλύοντας έτσι την Αβασίλευτη Δημοκρατία.

Το τέλος

Απεβίωσε στις 15 Σεπτεμβρίου 1936 στη Βιέννη σε ηλικία 81 ετών. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Ελλάδα και ενταφιάστηκε με ιδιαίτερες τιμές στο Α΄ Νεκροταφείο Αθηνών, στις 22 Σεπτεμβρίου, ενώ τον επικήδειο λόγο εκφώνησε ο τότε πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς.
Φανταστείτε λίγο την εικόνα: Ο δικτάτωρ Μεταξάς, που κατήργησε το Κοινοβουλευτικό πολίτευμα, εκφώνησε τον επικήδειο λόγο σε ένα από τα πλέον εξέχοντα πρόσωπα του καταργηθέντος Κοινοβουλευτικού Πολιτεύματος. 
Ο Αλέξανδρος Ζαΐμης ήταν παντρεμένος, αλλά δεν απέκτησε παιδιά. Για τα ελληνικά δεδομένα, αυτό δεν ήταν πρόβλημα: Την πολιτική παράδοση της οικογένειας συνέχισαν τα αδέρφια του και τα ανίψια του.

Οι επόμενες εκλογές που ενδιαφέρουν τη σημερινή εκδήλωσή μας είναι οι εκλογές της 28ης  Νοεμβρίου 1910.

Σ’ αυτές τις εκλογές νικητής ήταν το Κόμμα των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου, με 307 από τις 362 έδρες, ποσοστό εδρών 84,80%.
Ο Βενιζέλος, ο αποκαλούμενος και Εθνάρχης, ήταν ο Πρωθυπουργός της Ελλάδος την εποχή που απελευθερώθηκε η Φιλιππιάδα. Βασιλιάς ήταν ο Γεώργιος Α΄ και αρχιστράτηγος ο Διάδοχος Κωνσταντίνος.

Η ιστορία Βενιζέλου είναι πολύπλευρη και αμφιλεγόμενη, ανάλογα με την πλευρά στην οποία ανήκουν οι ιστορικοί.

Το ερώτημα τίθεται και εδώ: Εθνάρχης για ποιόν; Η απάντηση εκφεύγει της παρούσης. Το βέβαιο είναι ότι η πολιτική του ήταν καθοριστική για την Ελλάδα του εικοστού αιώνα. Σημάδεψε τις μετά από αυτόν εξελίξεις και αποτελεί ακόμα και σήμερα σημείο αναφοράς στα πολιτικά πράγματα.

Ήταν Πρωθυπουργός από τις 6 Οκτωβρίου 1910 μέχρι 25 Φεβρουαρίου 1915 και στη συνέχεια έγινε Πρωθυπουργός άλλες εφτά φορές.

Είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποτιμήσει κανείς το έργο και τις συνέπειες του έργου μεγάλων προσωπικοτήτων, όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Η αποτίμηση, εννοείται ότι δεν έχει σχέση με το πρόσωπο, τις ιδέες του, τις καλές προθέσεις του, την εξυπνάδα του, αν είναι καλός άνθρωπος ή όχι κλπ. Όλοι είναι, όλοι είμαστε καλοί άνθρωποι.

Από τη στιγμή, που κάποιος αναλαμβάνει στα χέρια του τις τύχες και τη ζωή ενός λαού, η αποτίμηση έχει να κάνει αποκλειστικά με τα αποτελέσματα των ενεργειών κάθε προσωπικότητας, κάθε ηγέτη. Έχει να κάνει αποκλειστικά με την επίπτωση που είχαν οι πράξεις του στο λαό και την Πατρίδα.

Καμία μεγάλη προσωπικότητα της ελληνικής ιστορίας, άσχετα με το τι έχει διδαχθεί ή διδάσκεται ο λαός, άσχετα με τα στερεότυπα, που έχουν καλλιεργηθεί, δεν είναι άσπρη ή μαύρη. Κανένας ηγέτης δεν έκανε μόνο καλά ή κακά. Μπορεί, ο ίδιος ηγέτης, με μία πράξη του να ωφέλησε και με μία άλλη να προκάλεσε καταστροφή. Έτσι, δεν έχει νόημα άλλους να τους βάζουμε στα εικονίσματα και άλλους να τους αναθεματίζουμε. Αυτό επιβάλλει η αντικειμενική, η πραγματική ιστορία.

Ερώτημα: Συμβαίνει αυτό στην πράξη: Η απάντηση είναι δυστυχώς όχι. Στην τρέχουσα νοοτροπία, την επιφανειακή, την στρεβλωτική, κυριαρχεί η νοοτροπία του δίπολου, του καλού και του κακού, του πατριώτη και του προδότη, του εθνάρχη και του ολετήρα.
Ο Βενιζέλος από τη μία πλευρά ανυψώνεται στα ουράνια κι από την άλλη χαρακτηρίζεται με απίθανα αρνητικά χαρακτηριστικά, που δεν είναι απαραίτητο να αναφέρω.
Μπορώ όμως να αναφέρω γεγονότα αδιαμφισβήτητα. Ήταν αποφασιστικός παράγοντας στην απελευθέρωση της περιοχής μας και του λεγόμενου διπλασιασμού της Ελλάδας. Όντως συνέβαλε τα μέγιστα στο να ξεφύγει λίγο η εξέλιξη της χώρας από την οθωμανική – κοτζαμπάσικη νοοτροπία και πρακτική.

Κέρδιζε εκλογές, έχανε εκλογές, πείσμωνε, αποχωρούσε, «αυτοεξοριζόταν», δήλωνε κατ’ επανάληψη ότι παραιτείται οριστικά και αμετάκλητα από την πολιτική, παρά τις δηλώσεις του ξαναγύριζε πάλι πίσω (σαν να λέμε σήμερα, για να σώσει την Πατρίδα από τους άλλους, τους κακούς), αναμείχθηκε μέχρι και σε απόπειρες ή και πραξικοπήματα, παρών ή απών ήθελε να έχει από τα προσκήνια ή τα παρασκήνια αποφασιστικό λόγο στις πολιτικές εξελίξεις, ήταν πιστός «εφαρμοστής» της πολιτικής των Άγγλων στην περιοχή, έστειλε τον ελληνικό στρατό στη Ρωσία, για να ενισχύσει την αντεπανάσταση κατά των μπολσεβίκων. Το αποτέλεσμα; Ο εχθρός του ελληνικού στρατού, δηλαδή το τότε νεαρό σοβιετικό κράτος, σε μια νύχτα έβαλαν τον ελληνισμό της Ρωσίας στα τρένα και τον έστειλαν στα βάθη της Ασίας, κοντά στην Κίνα.

Μέχρι την τελευταία στιγμή υποσχόταν στους Βούλγαρους ως δώρο τη Μακεδονία και τη Θράκη. Έγραφε ο ίδιος στο Βασιλιά: «Η παραχώρησις της Καβάλας (στους Βουλγάρους) είναι βεβαίως θυσία οδυνηροτάτη, αισθάνομαι δε αίσθημα βαθυτάτου ψυχικού άλγους εισηγούμενος αυτήν. Αλλά δεν διστάζω να την προτείνω, ευθύς ως λάβω υπ’ όψιν τίνα εθνικά ανταλλάγματα πρόκειται να εξασφαλισθώσι διά της θυσίας ταύτης…. Αλλ’ εάν ο ελληνικός ούτος πληθυσμός (Καβάλας-Δράμας) δύναται να υπολογισθή εις τριάκοντα χιλιάδας ψυχών, ο ελληνικός πληθυσμός του διεκδικουμένου παρ’ ημών τμήματος της Μικράς Ασίας ανέρχεται εις οκτακοσίας και πλέον χιλιάδας ψυχών, δηλαδή είναι ασφαλώς εικοσιπενταπλάσιος του παραχωρηθησομένου».  Τα σχόλια είναι δικά σας.

Δική του πολιτική ήταν η κατάληψη της Μικράς Ασίας, με την υποκίνηση βεβαίως των ξένων. Αποτέλεσμα; Η Μικρασιατική καταστροφή. Το "ξερίζωμα" του ελληνισμού από εκείνον τον χώρο, που ζούσε και μεγαλουργούσε χιλιετίες.

Για την περιοχή μας ήταν Εθνάρχης. Για τους Μικρασιάτες ήταν Εθνάρχης;
Στις 16 Ιανουαρίου 1933 η κυβέρνηση Παναγή Τσαλδάρη ανατράπηκε και, για τελευταία φορά, πρωθυπουργός έγινε ο Βενιζέλος. Στις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1933 όμως τα αντίπαλα του Βενιζέλου κόμματα πλειοψήφισαν. Τότε ο στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας ηγήθηκε πραξικοπήματος υπέρ του Βενιζέλου. Σκεφτείτε λίγο: Στρατιωτικό πραξικόπημα υπέρ της Δημοκρατίας και του Βενιζέλου.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όμως, ονόμασε πρωθυπουργό τον στρατηγό Οθωναίο, ώστε να καταστείλει το πραξικόπημα, και αμέσως μετά έκανε πρωθυπουργό τον Τσαλδάρη. Στις αρχές Μαΐου του 1933 ο Ιωάννης Μεταξάς κατέθεσε στην Βουλή πρόταση δίωξης του Βενιζέλου. Το βράδυ της 6ης Ιουνίου 1933 αντιβενιζελικοί αποπειράθηκαν να δολοφονήσουν τον Βενιζέλο στην λεωφόρο Κηφισίας στην Αθήνα και ακολούθησαν και διώξεις φιλοβενιζελικών αξιωματικών. Κατά την απόπειρα δολοφονίας εναντίον του τραυματίστηκε η γυναίκα του, Έλενα Βενιζέλου, η οποία επέβαινε επίσης στο αυτοκίνητο, και σκοτώθηκαν μέλη της προσωπικής του ασφάλειας.
Το 1935 ενθάρρυνε στρατιωτικό κίνημα που εκδηλώθηκε την 1 Μαρτίου από βενιζελικούς αξιωματικούς. Το κίνημα όμως δεν έβρισκε αρχηγό και αναγκάστηκε να το αναλάβει ο ίδιος. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τον περιορισμό άρθρων του Συντάγματος και την ερήμην καταδίκη σε θάνατο του Βενιζέλου και του Πλαστήρα. Από την κατάσταση αυτή επωφελήθηκαν ο Μεταξάς και ο Κονδύλης, θέτοντας ξανά το καθεστωτικό ζήτημα και οδηγώντας στην κατάλυση της Δημοκρατίας και επαναφορά του Βασιλιά.
Ο Βενιζέλος, αφού έκανε την τελευταία δήλωσή του για την αποχώρησή του από την πολιτική ζωή, κατέφυγε στο Παρίσι, όπου πέθανε το 1936 από εγκεφαλική συμφόρηση.
Τι δείχνουν όλα όσα προανέφερα; Αναμφισβήτητα πολλά. Θα σταθώ σε δύο:
Το πρώτο είναι η προσωπική τραγωδία, με την αρχαιοελληνική σημασία της λέξης, των προσώπων, που καθοδηγούν τις ιστορικές εξελίξεις και  ταυτόχρονα υπόκεινται μοιραία, ενάντια και παρά τη θέλησή τους, σε αυτές τις ιστορικές εξελίξεις. Ελάχιστοι απ’ όσους προανέφερα και οι οποίοι πρωταγωνίστησαν τα χρόνια εκείνα, έφυγαν του κόσμου τούτου καλά.
Για να μην αναφέρω όσους εκτελέστηκαν στις 15 Νοεμβρίου 1922 με διαδικασίες εξπρές ως υπαίτιοι της Μικρασιατικής καταστροφής:  Γεώργιος Χατζανέστης, Δημήτριος Γούναρης, Νικόλαος Στράτος, Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, Γεώργιος Μπαλτατζής και Νικόλαος Θεοτόκης.  Στις 15 Νοεμβρίου 1922, 7.15 π.μ. το πρωί εκδόθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου και στις 10.30-11.00 της ίδιας ημέρας εκτελέστηκαν.
Για την μικρή τοπική ιστορία μας, αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα σημειώνω τα εξής:
Το Φλεβάρη του 1912 ο Βενιζέλος επισκέφτηκε τη Φιλιππιάδα για να συνεργαστεί με τον Αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο [Το Στρατηγείο του Κωνσταντίνου ήταν μια μονοκατοικία δίπλα στο Δημαρχείο, που σώζεται μέχρι τις μέρες μας].
Διαβάζω από ανταπόκριση της εφημερίδας «ΠΑΤΡΙΣ»: «Η είσοδος του κ. Βενιζέλου εις την Φιλιππιάδα ήτο θριαμβευτική. Όλος ο πληθυσμός της πόλεως και των πέριξ χωρίων ήτο επί ποδός…Ο λαός υπεδέχθη τον κ. Πρωθυπουργόν με παρατεταμένας ζητωκραυγάς και χειροκροτήματα. .. Είδον χωρικούς Ηπειρώτας να κλαίουν από συγκίνησιν….Το όνομα Βενιζέλος …εξασκεί ιδιαιτέραν γοητείαν…Ένας γέρων πατριώτης, κάμνων τον σταυρόν του επί τη θέα του κ. Πρωθυπουργού, ανέκραξε «Νυν απολύεις τον δούλον σου δέσποτα». (Μπορεί ο γέρων να ήταν πάππος ή προπάππος κάποιου από εμάς).
Η ακριβώς ανάποδη εικόνα τώρα: Τρία περίπου χρόνια μετά, έγινε στη Φιλιππιάδα μία δοξολογία «επί τη διασώσει της Α.Μ. του Βασιλέως». Διαβάζω από την εφημερίδα «ΗΠΕΙΡΟΣ»: «Μετά το πέρας… μετέβημεν πάντες προπορευομένου του Αρχιερατικού Επιτρόπου και των Ιερέων εις τον τόπον του αναθέματος πλησίον της Ελληνικής Σχολής, όπου μετά την απαγγελθείσαν υπό του Αρχιερατικού Επιτρόπου κατάραν κατά του υπονομευτού του Ελληνικού Θρόνου και προδότου της Πατρίδος Ελευθερίου Βενιζέλου, Αρχαί και λαός εν εθνική αγανακτήσει έρριψαν κατ’ αυτού εν αυτώ τον λίθον του αναθέματος. Εν Φιλιππιάδι τη 21η Δ/βρίου 1916. Ο Δήμαρχος Φιλιππιάδος Στέφανος Τόκος». Μπορεί μεταξύ των αναθεματιζόντων να ήταν και ο γέρων πατριώτης…..
Το δεύτερο είναι η ακυβερνησία, που είναι πολύ της μόδας όλες τις τελευταίες δεκαετίες:

Είναι ιστορικά διαπιστωμένο ότι τα περί ακυβερνησίας και τα σχετικά είναι απλώς τεχνάσματα παραπλάνησης και διλημματικού εκφοβισμού. Και κατά κανόνα, έχουν τον τρόπο τους και το πετυχαίνουν, όσοι κάθε φορά το επιδιώκουν. Όμως, από ιστορική άποψη, το θέμα είναι εκτός πάσης πραγματικότητας.

Τι χειρότερο, άραγε, θα μπορούσε να συμβεί κάθε ιστορική περίοδο σε μια χώρα, όταν αυτή βρίσκεται ήδη καταποντισμένη στον Άδη;
Τι λέει η ιστορία; Από το 1912 μέχρι το 1922, που η Ελλάδα βρισκόταν συνεχώς σε πολυμέτωπο πόλεμο, άλλαξαν πάνω από 20 κυβερνήσεις. Τον Νοέμβριο του 1920 μεσούσης της Μικρασιατικής εκστρατείας πραγματοποιήθηκαν εκλογές, οι οποίες ανέδειξαν νικητή την Ηνωμένη Αντιπολίτευση, έναν συνασπισμό αντιβενιζελικών κομμάτων, και κατ' επέκταση το Λαϊκό Κόμμα του Δημητρίου Γούναρη (αυτός ο νικητής που εκτελέστηκε δύο χρόνια μετά).
Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτή η Ηνωμένη Αντιπολίτευση, που κέρδισε τις εκλογές το 1920, τις κέρδισε με το σύνθημα να σταματήσει η Μικρασιατική εκστρατεία. Όχι μόνο δεν τη σταμάτησε, αλλά έστειλε το στρατό στο Σαγγάριο με τα γνωστά ολέθρια αποτελέσματα. 
Αναλογιστείτε πόσες εκλογές κερδήθηκαν με συνθήματα, που πετάχτηκαν στον κάλαθο των αχρήστων την επομένη κιόλας των εκλογών. Είναι παλαιά, πολύ παλαιά ιστορία.
========================
ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Πάμε τώρα παρακάτω. Το δεύτερο σκέλος της ομιλίας μου αφορά τα διδάγματα που μπορούμε, αν θέλουμε, να αντλήσουμε από τη μελέτη της ιστορίας.
Από ιστορική ανάλυση για τον 2ο αιώνα π.χ. διαβάζω: «Έτσι λοιπόν οι μικροκαλλιεργητές και μικροτεχνίτες, οι άνθρωποι δηλαδή που άλλοτε αποτελούσαν το καύχημα της Ρώμης, καταλήξανε στην πρωτεύουσα, όπου, με μόνο εφόδιο τον τίτλο του Ρωμαίου πολίτη, ζούσαν σαν απόκληροι μέσα σε τρώγλες. Εκεί αποτελούσαν ένα πλήθος χωρίς εργασία και συνείδηση που έμεινε γνωστό στην ιστορία με το ταπεινωτικό όνομα όχλος. Έμαθαν με τον καιρό να ζουν από τις ελεημοσύνες των πλουσίων και από τις διανομές του κράτους. Η κυριότερη πηγή εισοδήματος ήταν η ψήφος τους που την πουλούσαν στους ισχυρούς… Η μεσαία τάξη εξαφανίζεται…… Όσοι μπόρεσαν να γλυτώσουν τον κλήρο τους, στο τέλος υποχρεώθηκαν να τον πουλήσουν μόνοι τους, γιατί η καλλιέργεια με τη δική τους εργασία δε συνέφερε πια….. Ξεπουλούσαν λοιπόν όσο - όσο τη γη τους και πολλοί απ’ αυτούς ζητούσαν εργασία στα κτήματα των πλουσίων ……
 Αλλά και ο ελεύθερος επαγγελματίας και ο τεχνίτης με το μικρό εργαστήρι είχε την ίδια τύχη. Και τα δικά του προϊόντα δεν μπορούσαν ν’ αντέξουν στο συναγωνισμό των μεγάλων εργαστηρίων, που με την εργασία των δούλων κατόρθωναν μεγάλο κέρδος με μικρό κόστος…(σήμερα θα λέγαμε με την εργασία των παράνομων μεταναστών).
Τα πλούτη αυτά τα μοιράστηκαν μεταξύ τους δυό ολιγάνθρωπες νέες τάξεις που αποτέλεσαν μια αληθινή ολιγαρχία του πλούτου. Οι τάξεις αυτές ήταν: οι Συγκλητικοί και οι Ιππείς. ……….Η ψήφος του λαού τους ήταν απαραίτητη….. Γι’ αυτό καταφύγανε στη μέθοδο της συστηματικής διαφθοράς του, με την εξαγορά των συνειδήσεων. Εκτός από τις ελεημοσύνες και τις συχνές δωρεές, είχαν ολόκληρες στρατιές φτωχών πολιτών κάτω από την προστασία τους, τούς πελάτες. Το παλιό τούτο όνομα το ξαναβρίσκομε τώρα με καινούρια σημασία: σημαίνει τους φτωχούς ελεύθερους πολίτες που είναι προσκολλημένοι στους ευγενείς με δεσμούς πολιτικής αφοσίωσης και με αντάλλαγμα τροφή και χρήματα. Η κοινή γνώμη μετρούσε την πολιτική δύναμη των ισχυρών αυτών ανθρώπων με τον αριθμό των πελατών….  Όπως αντιλαμβάνεστε, από τότε κρατάει το «πελατειακό σύστημα». Δεν το ανακάλυψαν οι σύγχρονοι Έλληνες πολιτικοί. Αυτοί απλά συνεχίζουν παντοιοτρόπως την εφαρμογή του.
Από ιστορική ανάλυση για τον 3ο μ.Χ. αιώνα, δηλαδή μετά από 500 χρόνια, διαβάζω: «Οι αγρότες εξαφανίζονται από την ύπαιθρο, το εμπόριο από τη θάλασσα, οι στρατιώτες από τα στρατόπεδο∙ κάθε τιμιότητα στις εμπορικές δοσοληψίες, κάθε δικαιοσύνη στα δικαστήρια, κάθε αλληλεγγύη στη φιλία, κάθε δεξιότητα στις τέχνες, κάθε κανόνας στα ήθη – όλα εξαφανίζονται».


Πάμε τώρα χίλια χρόνια μετά: τους 13ο-15ο αιώνες:

«Με σειρά δωρεών και προνομίων το βυζαντινό κράτος της Νικαίας και των Παλαιολόγων, παρέδωσε σε μοναστήρια ή λαϊκούς γαιοκτήμονες - αριστοκράτες μεγάλες εκτάσεις γης…η πλειοψηφία των χωρικών που κατοικούν αυτές τις γαίες μεταμορφώνονται σε παροίκους, δηλαδή εξαρτημένους καλλιεργητές (κάτι λίγο καλύτερα από σκλάβοι)…
ο πάροικος πλήρωνε το «χορηγείον», αυτό που αργότερα οι τούρκοι το έκαναν «χαράτζι» (τόσο σύγχρονα είναι τα σημερινά χαράτσια…)….η οικονομική πίεση πάνω στους μικροϊδιοκτήτες είναι μεγάλη και μπορούμε να παρακολουθήσουμε την εξαφάνισή τους στη διάρκεια του 13ου-14ου αιώνα…».

Στις ιστορικές πηγές αναφέρεται δυναμική αντίσταση των χωρικών στο Δεσποτάτο της Ηπείρου κατά τον 13ο αιώνα.

Οι καταστάσεις αυτές ή και ακόμα χειρότερες έλαβαν χώρα κατ’ επανάληψη στους χρόνους, που προηγήθηκαν ημών και, τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, εξακολουθούν και σήμερα με διάφορες σύγχρονες μορφές. Θα μπορούσα να σας αναφέρω πάρα πολλές παρόμοιες ιστορικές αναφορές στο διάβα των αιώνων. Αναφορές που αναδεικνύουν και καταδεικνύουν εκπληκτικά διδάγματα, επίκαιρα σήμερα.

Πάμε παρακάτω:

Στην εφημερίδα «ΠΑΤΡΙΣ» της 4ης Νοεμβρίου 1912, δηλαδή λίγες ημέρες μετά την απελευθέρωση, δημοσιεύτηκε μία ανταπόκριση από την Φιλιππιάδα.

Διαβάζω: «Εμείς, μου έλεγεν ο ιερεύς της πόλης, ελευθερωθήκαμε δυο φορές. Ελευθερωθήκαμεν από τον ζυγόν των Τούρκων, ελευθερωθήκαμε και από την απαισίαν τυραννίαν των εντοπίων μπέηδων. Σήμερα γιορτάζουμε διπλή ανάσταση∙ την ανάσταση της φυλής μας και την ανάσταση του ανθρωπισμού μας».

Τα λόγια του ιερέα είναι εκπληκτικά. Μέσα σε λίγες απλές λέξεις συμπυκνώνει όλα όσα είχαν στο μυαλό τους οι συμπατριώτες μας, όλα όσα ποθούσαν. 

Τι ζητούσαν οι πρόγονοί μας;

Μετά την απελευθέρωση, παράλληλα με την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, δηλαδή την εθνική απελευθέρωσή τους, οι φτωχοί, οι καταπιεσμένοι, οι εκμεταλλευόμενοι από μουσουλμάνους και χριστιανούς, οι κολλήγοι, ξεσηκώθηκαν, αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τους τσιφλικάδες, μουσουλμάνους και χριστιανούς, ως ιδιοκτήτες της γης που καλλιεργούσαν. Αρνούνταν να καταβάλουν τους γεωργικούς φόρους, τα χαράτσια της εποχής.

Πίστεψαν ότι ήρθε η ώρα να απαλλαγούν από τις πιέσεις, τους διωγμούς, την οικονομική εκμετάλλευση και την εξαθλίωση, που υφίσταντο επί αιώνες από τους δυνάστες γαιοκτήμονες και τους λοιπούς ολιγάρχες. Γενικό ήταν το αίτημα για την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών υπέρ των καλλιεργητών της γης.

Μπορούμε να φανταστούμε την κατάσταση των κολλήγων. Πίστευαν ότι με την εθνική απελευθέρωση θα έρχονταν και η οικονομική, κοινωνική απελευθέρωση. Αυτό που ο ιερέας είπε «ελευθερωθήκαμε και από την απαισίαν τυραννίαν των εντοπίων μπέηδων».
Όμως, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν έτσι. Οι φτωχοί πρόγονοί μας, είδαν απλά τη μία εξουσία να αντικαθίσταται από μία άλλη. Αντί να τους κυνηγούν οι τούρκοι χωροφύλακες, οι περιβόητοι τζοχατζαραίοι ή οι μπουλουκμπασήδες, τους κυνηγούσαν οι έλληνες χωροφύλακες.

Θα περνούσαν πολλά χρόνια, με μεγάλους ξεσηκωμούς, διώξεις, φυλακίσεις, ακόμα και νεκρούς, μέχρι να απαλλοτριωθούν τα τσιφλίκια και να δοθούν σε αυτούς που τα δικαιούνταν, δηλαδή σε αυτούς που τα καλλιεργούσαν.  Στην περιοχή μας η γη άρχισε να παραχωρείται στους αγρότες μετά το 1920.

Έδωσαν στους φτωχούς αγρότες την κυριότητα της γης. Απελευθερώθηκαν, όμως, οικονομικά, όπως ζητούσαν και αγωνίζονταν γι’ αυτό;

Διαβάζω δημοσίευμα της 22ας  Ιανουαρίου 1933[1] 

….Οι αγρόται της περιφερείας Φιλιππιάδος διατελούν υπό τον απεινή διωγμόν της Αγροτικής Τραπέζης. Παντού βασιλεύει το ίδιον πάντοτε πνεύμα του σαράφη και παντού ούτε επιείκεια, ούτε υποχώρησις, ούτε ορθολογισμός.

Τέλος, ένα δημοσίευμα της 14ης Ιανουαρίου 1934[2]

Τι και αν απεκατέστη κύριος εν τη γη ο γεωργός μας;
Τι και αν απεκατέστη εις τα δικαιώματά του ως αυτοκαλλιεργητής;
Το πράγμα δεν δύναται να έχη ουδεμίαν σημασίαν…..

Προσωπικά μπερδεύομαι με τις ιστορικές εικόνες. Είναι εικόνες του παρελθόντος; Του παρόντος; Του μέλλοντος;

Βέβαια, ουδείς τότε μπορούσε να φανταστεί ότι μετά από πολλές δεκαετίες θα έρχονταν η ώρα που η γη θα ανήκει στις τράπεζες και όχι στους αγρότες.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται. Το μόνο που αλλάζει είναι τα μέσα, η μορφή και τα πρόσωπα.

Άλλοτε είναι οι δουλοκτήτες και οι δούλοι, άλλοτε οι τσιφλικάδες και οι κολλήγοι, άλλοτε οι καπιταλιστές και οι εργαζόμενοι. Είναι απλά τα πράγματα.

Η αγροτική γη ήταν υποθηκευμένη στην Αγροτική Τράπεζα, η οποία, εξαγοράστηκε, γνωρίζετε πως, από την Τράπεζα Πειραιώς, της οποίας οι μετοχές έχουν περάσει στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, το οποίο ελέγχεται από τους ξένους. Να δούμε που θα καταλήξουν το επόμενο διάστημα…Πάντως τα τσιφλίκια επανέρχονται δυναμικά.

Κλείνει η παρέκβαση.

Πάμε παρακάτω:

Οι Οθωμανοί, είχαν αναπτύξει ένα λεπτομερές σύστημα καταγραφής των οικονομικών και δημογραφικών δεδομένων, που συνέλεγαν από κάθε γωνία της αυτοκρατορίας. H καταγραφή των φορολογικών υποχρεώσεων των υπηκόων (tahrir) αποτέλεσε τη βάση αυτής της πολιτικής (σήμερα το λένε taxis, ηλεκτρονικό περιουσιολόγιο κλπ).
Στα φορολογικά κατάστιχα (tahrir defteri) καταγράφονταν τα πάντα.
Ενδεικτικά, μερικοί φόροι:
Φόρος αίματος (DEVSIRME): Γνωστότερο σήμερα ως  Παιδομάζωμα, αποτελούσε ένα από τους πιο σκληρούς φόρους, Χαράτσι (HARAC): ΑΒΑΡΙΖ: Ο έκτακτος φόρος που επιβαλλόταν σε περιόδους κρίσης (όπως είναι τα σημερινά χαράτσια, από τότε υπάρχει η ορολογία), Κτηνοτροφικός φόρος: Ο φόρος των προϊόντων, Φόρος Βιοτεχνίας: Κάθε προϊόν που προερχόταν από εργαστήρια μεταποίησης ή επεξεργασίας πρώτων υλών, όπως σιδεράδικα, τσαρουχάδικα, καποτάδες, αποτελούσε είδος φορολόγησης, Φόρος μετακίνησης: Όπως τα σημερινά διόδια, Φόρος στα καπνά (έχουμε και σήμερα), Φόρος της δεκάτης: Ο συγκεκριμένος φόρος αντιστοιχούσε στο ένα δέκατο της αγροτικής παραγωγής.
Από το 15ο αιώνα, μεγάλες ομάδες κρατικών προσόδων υπενοικιάζονταν από την κεντρική οθωμανική διοίκηση σε ιδιώτες. Oι ιδιώτες αυτοί (οι multezim-ιδες) αγόραζαν σε δημοπρασίες από το κράτος  τους φόρους και αναλάμβαναν την υποχρέωση να αποδώσουν στο κράτος ένα προσυμφωνημένο χρηματικό ποσό. Όποιος έχει διαβάσει το «Ιμαρέτ» του Γιάννη Καλπούζου γνωρίζει καλά αυτό το καθεστώς. Γνωρίζει καλά την βαρβαρότητά του.
Προσέξτε τώρα πως η ιστορία έχει συνέχεια: Σε νόμο του έτους 1871, επαναλαμβάνω του 1871, δηλαδή 170 χρόνια πριν από σήμερα, Βασιλιάς ήταν ο Γεώργιος Α΄, Υπουργός Δικαιοσύνης ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, προβλέπονταν τα εξής:

«Επιτρέπεται εις τον υπουργόν των Οικονομικών να παραχωρή διά δημοπρασίας και επί αμοιβή ουχί ανωτέρα των 10% εις τραπεζίτας ή εργολάβους την είσπραξιν των φόρων».

Δηλαδή, μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους, το Ελληνικό κράτος εξακολουθούσε να νομοθετεί τις ίδιες ακριβώς μεθόδους των κατακτητών.

Τι σχεδιάζουν σήμερα οι κυβερνώντες;

Να κάνουν ό,τι ακριβώς έκαναν οι Τούρκοι επί αιώνες, ότι έκαναν οι δικοί μας το 1871. Να παραχωρήσουν, επ’ αμοιβή βεβαίως, την είσπραξη των φόρων σε ιδιώτες. Τόση φαντασία….Δεν θα τους λένε μουλτεζίμιδες, ούτε εργολάβους. Όχι. Σήμερα έχουμε πιο εξευγενισμένες ορολογίες: ιδιωτικές εισπρακτικές εταιρίες.

Φαντάζομαι ότι και το 1871 θα προπαγάνδιζαν όσα προπαγανδίζουν και σήμερα για τους ανίκανους και διεφθαρμένους δημοσίους υπαλλήλους και τους μπαταχτσήδες φορολογούμενους…

Μία μαρτυρία για την φορολογία 100 χρόνια μετά τον Αλή Πασά[3] και 124 χρόνια πριν από σήμερα (Στην περιοχή μας το 1890. Ήταν ακόμη υπό Οθωμανική κατοχή):

Και επειδή ο λόγος περί φόρων αναφέρω ημίν ότι η κυβέρνησις ευρισκομένη εις οικονομικάς στενοχωρίας απεφάσισε να τετραπλασιάση από του προσεχούς Μαΐου τους κτηματικούς φόρους (βεργί) - σήμερα είναι ο ΕΝΦΙΑ. Εννοείται οίκοθεν ότι το μέτρον τούτο θα επιφέρη κατά την εφαρμογήν αυτού πλείστας όσας καταπιέσεις, διότι ο λαός δεν δύναται να πληρώση τον ήδη υπάρχοντα κτηματικόν φόρον, πολύ περισσότερον να δώση με ευκολίαν το τετραπλούν αυτού. Ανάγκη όμως να δώσωμεν μίαν διασάφησιν, διότι ο ακούων κτηματικός φόρος θα υποθέτη ίσως ότι πρόκειται περί σπουδαίων κτημάτων. Αληθώς, κτηματικώς φόρος τούτο σημαίνει, αλλά κτήματα εν Ηπείρω φέροντα εισοδήματα, ολίγιστα είνε, ο δε πλείστος κτηματικός φόρος προέρχεται από τας οικίας, τας καλύβας και τους αγρούς.

Ο δε φόρος των επιτηδευμάτων κατά την νέαν διακανόνισιν αυτού εγένετο πολλαπλάσιος, ούτω π.χ. ράπτης τις, ο οποίος επλήρωνε 45 γρ. με την νέαν διακανόνισιν επεβαρύνθη με 150 γρ. άλλος, ο οποίος επλήρωνε μέχρι τούδε 87 γρ. ήδη θα πληρώνει 250 γρ. Το μέτρον τούτο, μόλις τεθή εις εφαρμογήν θα οδηγήσει τους επαγγελματίας όλους εις τα φυλακάς, διότι εκτός ισαρίθμων τινών, οι οποίοι μετρούνται εις τα δάκτυλα, οι άλλοι μετά δυσκολίας κατώρθουν να πληρώσωσι τον ήδη υπάρχοντα φόρον.

Η περιγραφή, το επαναλαμβάνω, αφορά 124 χρόνια πριν από σήμερα. Είναι όμως σαν να διαβάζεις δημοσιεύματα σε σημερινές εφημερίδες. Αν αλλάξουμε λίγο τη γλώσσα, πιο δημοτική, μπορούμε να τα δημοσιεύσουμε σήμερα για τις σημερινές συνθήκες, σήμερα που, για μία ακόμα φορά, «η κυβέρνησις ευρίσκεται εις οικονομικάς στενοχωρίας».

Πάμε παρακάτω:

Το πρώτο κείμενο αλιεύθηκε από οικονομικό βιβλίο εκδόσεως έτους 1901, δηλαδή 113 χρόνια πριν, και έχει ως ακολούθως:

«Η Ελλάς πόρρω απέχει εισέτι των αρχών, ας άλλα έθνη ανεγνώρισαν και παρεδέχθησαν, ως προς τα φορολογικά και τα δημοσιονομικά ζητήματα…το σύστημα της εισπράξεως του φόρου επιτηδεύματος είναι εν των ατελεστέρων σημείων των οικονομικών της Ελλάδος… ενώ η βάσις και η βεβαίωσις του φόρου τούτου είναι πολλώ πλημμελεστέρα, διότι μεθ’ όλας τας εμπειρικώς γενομένας κατά καιρούς τροποποιήσεις, ούτος πολύ απέχει της δικαίας και ίσης φορολογίας του πραγματικού εισοδήματος των επιτηδευματιών και στερείται της ακριβείας και της τάξεως, ην καθιέρωσαν εν άλλαις χώραις…
Εξακολουθεί η επί σειράν ετών δημιουργηθείσα πράγματι αθλία κατάστασις της ημετέρας δημοσιονομίας, της οποίας αδύνατον να ελπίση τις την διόρθωσιν δια της συνήθους πορείας των πραγμάτων».

Το δεύτερο κείμενο αλιεύθηκε από ομιλία Υπουργού Οικονομικών στη Βουλή:

«Ημείς, κύριοι, αναλάβομεν την Κυβέρνησιν της χώρας εν τω μέσω οικονομικής του Κράτους καταστάσεως σχεδόν απελπιστικής και δη υπό την επιτακτικήν εντολήν του Ελληνικού λαού, ίνα καταβάλωμεν πάσαν ειλικρινή προσπάθειαν προς βελτίωσιν αυτής….
Ότι πρόκειται περί νέου όλως προϋπολογισμού τούτου θα καταστήση εμφανέστερόν πως βραχεία ανασκόπησις του οικονομικού ημών παρελθόντος (Ο κ. Υπουργός εισέρχεται εις πολλάς λεπτομερείας της μέχρι τούδε οικονομικής διαχειρίσεως του Κράτους, εξετάζει τα αποτελέσματα των διαφόρων απολογισμών και ανευρίσκει τα μεγάλα αυτών ελλείμματα. Δια την κάλυψιν και τούτων και άλλων προγενεστέρων ελλειμμάτων ανερχομένων εν όλω εις πολλάς δεκάδας εκατομμυρίων, υποδεικνύει την ανάγκην της συνομολογήσεως δανείου, διότι αδύνατον ποτέ να κατορθωθή αύτη διά των συνήθων προσόδων του Κράτους).
Η κατάστασις αύτη παρατεινομένη εγκυμονεί δι’ ημάς ου μόνον οικονομικούς, αλλά και πολιτικούς και εθνικούς κινδύνους μεγάλους…. Πρέπει να έχωμεν προ παντός ακριβή γνώσιν της παρούσης οικονομικής του Κράτους καταστάσεως, ης άνευ αδύνατον να λάβωμεν τα προσήκοντα μέτρα προς βελτίωσιν αυτής. Έχομεν ανάγκην του απλέτου φωτός της αληθείας, υφ’ ό και μόνον δυνάμεθα να επανέλθωμεν εις την οδόν της σωτηρίας, ης προ πολλού ήδη έχομεν παρεκκλίνει…[Πως λένε σήμερα, θα χυθεί άπλετο φως…]
Αλλ’ έχομεν και άλλας αιτίας του κακού, οίτινες πρέπει να αρθώσιν ωσαύτως, όπως επέλθει ούτω πλήρης και τελεία εξυγίανσις των δημοσίων οικονομικών… Η πρώτη πληγή του κακού είνε η των συντάξεων, αίτινες από πολλού ήδη έχωσι καταστή αληθής πληγή διά τον προϋπολογισμόν του Κράτους
[Όσοι εδώ μέσα είναι συνταξιούχοι, μαθαίνουν ότι οι συνταξιούχοι είναι  η πληγή του κακού από συστάσεως του Ελληνικού κράτους. Τόση κακία οι συνταξιούχοι. Από την άλλη, μια ζωή πετσοκόβουν τις συντάξεις και πάλι η πληγή δεν κλείνει, αντίθετα κακοφορμίζει. Κάτι δεν πάει καλά…].

Ο προϋπολογισμός ούτος είνε καθ’ ημάς εκείνος τον οποίο ο Ελληνικός λαός ηξίωσε παρ’ ημών και διά του οποίου δυνάμεθα να εμπνεύσομεν εις τους πάντας την πεποίθησιν ότι απεφασίσαμεν πλέον οριστικόν διαζύγιον από του παρελθόντος και να εγκαινιάσωμεν παρ’ ημίν νέον οικονομικόν βίον….
Και επί τέλους, εάν έχωμεν αισιοδοξίαν τινά, εάν εμφορούμενοι ταύτης προέβημεν εις την σύνταξιν και υποβολήν του προκειμένου προϋπολογισμού, ομολογούμεν ότι την τοιαύτην αισιοδοξίαν εμπνέει εις ημάς η πεποίθησις, ην έχομεν επί την φιλοπατρίαν του Ελληνικού λαού, όστις, προκειμένου ν’ αποφύγη τον επικρεμάμενον νυν εις αυτόν οικονομικόν και τους μέλλοντας να επακολουθήσωσι πολιτικούς και Εθνικούς κινδύνους, θα υποβληθή προθύμως και αγογγύστως εις τας νέας ταύτας θυσίας, εις ας καλεί αυτόν η Πατρίς».

Υπουργός Οικονομικών Αθανάσιος Ευταξίας, ακριβώς εκατό πέντε χρόνια πριν, τον Δεκέμβριο του 1909, στη Βουλή  κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού του έτους 1910 (Κυβέρνηση Κυριακούλη  Μαυρομιχάλη).

Το επόμενο κείμενο αλιεύθηκε το 1917 από ομιλία Υπουργού Οικονομικών Καφαντάρη στη Βουλή κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού και νέων φορολογικών νόμων στη Βουλή:

«Τερματίζων την επί του υποβληθέντος προϋπολογισμού και των νέων φορολογικών νομοσχεδίων αγόρευσίν του ο υπουργός των Οικονομικών κ. Καφαντάρης εις την Βουλήν είπεν τα εξής, αφού ομολόγησεν ότι αι επιβαλλόμεναι φορολογίαι είνε βαρύταται, ισοδυναμούσαι με το εν τέταρτον σχεδόν των εσόδων ενός εργαζόμενου έλληνος πολίτου: Η οδός εντούτοις αυτή (των φορολογιών) της οικονομικής πολιτικής είνε η μόνη ήτις θα οδηγήση την χώραν εις την οικονομικήν εξυγίανσιν…Αυτό είναι το οικονομικόν μας πρόγραμμα. Η κυβέρνησις έχει την συναίσθησιν ότι εξεπλήρωσε το καθήκον της» («ΗΠΕΙΡΟΣ», 07/06/1927).

Σε λίγες μέρες θα ακούσουμε διάφορες ομιλίες στη Βουλή  με αφορμή τον νέο προϋπολογισμό για το 2014. Αξίζει να συγκρίνουμε τα κείμενα που μόλις σας διάβασα με αυτές που θα ακούσουμε σήμερα. Θα είναι ακριβώς τα ίδια λόγια, τα ίδια αίολα επιχειρήματα, οι ίδιες  ψεύτικες δικαιολογίες. Εύκολα θα οδηγηθούμε στη διαπίστωση ότι κάτι άλλο συμβαίνει διαχρονικά και όχι όσα επί δεκαετίες λένε.

Αξίζει, στο ίδιο σκέλος, να ειπωθούν και λίγα λόγια για τα περίφημα δάνεια, που παίρνουν και κατασπαταλούν οι Έλληνες κυβερνήτες από γεννήσεως του Ελληνικού κράτους για να λένε χυδαία μετά ότι τα έφαγε ο άπληστος και διεφθαρμένος λαός:

«Ο οικονομικός έλεγχος είνε χαφιές διεθνής και επί του εξοπλισμού και της ασφαλείας και των σχεδίων αμύνης και οργανώσεως της χώρας κλπ. Διότι η Ελλάς αδυνατεί να λησμονήση παρά τα ψεύδη και τας αναξιοπρεπείας των ραγιάδων πολιτικών, οι οποίοι την διοικούν… Η Ελλάς δεν δύναται να λησμονήση, παρά την δουλικότητα των αναξίων πολιτικών και κυβερνητών της, οι οποίοι την παρουσιάζουν… ήδη ως χώρα δούλων, αναξίων του ονόματος πολιτών, ελευθέρου και με συνείδησιν και μνήμην εθνικήν Κράτους….Ούτε υπάρχει ανόητος Έλλην να δίδη ελαχίστην σημασίαν εις τους μωρώς διαγγελλομένους θριάμβους ….Δάνειον θα μας δώσουν οι ξένοι αντεροβγάλτηδες εκμεταλλευταί της ελληνικής χώρας μόνον όταν εννοήσουν ότι μας τοκίζουν ασφαλώς  με ωφελήματα δι’ εαυτούς, εκατόν τοις εκατόν. Το δάνειον ούτε η δουλική ικεσία… ούτε το ποδογλύψιμον των οικονομικών μαγείρων των ξένων κρατών … θα μας το παράσχη. Το δάνειον θα δοθή, αφού επί τρεις - τέσσαρας γενεάς σκλάβοι οι έλληνες θα πληρώνομεν ίσως και φόρον του χώματος του τάφου μας, όπου θα μας οδηγήση η αγωνία της καθημερινής ζωής!....Αυτά είνε, εις εικόνα τραγικώς αληθινήν, τα κλέη και οι νέοι θρίαμβοι με τους οποίους οι πολιτικοί της Οικουμενικής (κυβέρνησης) τείνουν να καταντήσουν την Ελλάδα οικουμενικόν διεθνές σκεύος, από χειρός εις χείρα μεταπωλουμένον, εφ’ όσον κάτι έχει ακόμη να της κλέψουν οι ξένοι».

Πότε γράφηκε αυτό το κείμενο; 87 χρόνια πριν. Το έτος 1927. Θα μπορούσε να γραφεί ακριβώς το ίδιο και για το σήμερα.

Τα ερωτήματα διατυπώνονται μόνα τους. Το ίδιο μόνες τους δίνονται και οι απαντήσεις. Αν τους το επιτρέψουμε.

Το επόμενο κείμενο αλιεύθηκε από εφημερίδα εκδόσεως έτους 1898 και έχει ως ακολούθως:

«Οι πολιτευόμενοι ημών καταγίνονται πώς να διορίσουν τον δείνα και να παύσουν τον τάδε, πώς να γίνουν βουλευταί, πώς να γίνουν υπουργοί και κορέσωσιν την προσωπικήν αυτών φιλοδοξίαν, πώς να κατορθώσωσι να μείνωσιν εις την εξουσίαν και τίποτε περισσότερον. Δια το κράτος; Δια το έθνος; Δεν βαριέσαι. Έτσι  το βρήκαν και έτσι το αφίνουν. Τι τους μέλει· σήμερον είνε, αύριον δεν είνε. Τοιουτοτρόπως όλα θα βαδίζωσι στραβά και θα βαδίζωσιν τις οίδεν έως πότε.
Αναμόρφωσις, μεταρρύθμισις και τόσα άλλα τα οποία λέγονται ότι θα γίνουν ως διδάγματα δήθεν των παθημάτων… είναι όνειρα έωλα και απραγματοποίητα, εάν εν τω μεταξύ ο λαός συναισθανόμενος τα εκ της τοιαύτης καταστάσεως μέλλοντα να επακολουθήσωσι δεινά δεν επιβάλη την ισχύν του και την θέλησίν του προς βελτίωσιν της υπαρχούσης διαφθοράς».

Θα ελαφρύνω λίγο την ομιλία μου με ένα κείμενο του 1928:

 «…Ορισμένα τινά Ελληνικά θήλεα ζητούν να δοθή ψήφος εις τας γυναίκας. Σχετικώς με το ίδιον τούτο θέμα διαπρεπέστατος επιστήμων είχεν άλλοτε αναπτύξει από του βήματος της Βουλής το επιστημονικώς πασίγνωστον, άλλως τε, γεγονός ότι παν θήλυ διατελεί εις ανισόρροπον και έξαλλον πνευματικήν κατάστασιν ωρισμένας ημέρας εκάστου μηνός… Νεώτεραι και ακριβέστεραι έρευναι καταδείκνυσιν ότι ου μόνον ωρισμένας ημέρας, αλλά δι’ όλου του μηνός τελούσιν άπαντα τα θήλεα εις πνευματικήν και συναισθηματικήν ανισορροπίαν, τινά δε μετρίαν, τα πλείστα δε σφοδροτάτην και ακατάσχετον, άτε και παντοιοτρόπως εκδηλουμένων και κλιμακουμένων συν τω χρόνω… Επειδή εν τούτοις αι ημέραι αύται, δεν συμπίπτουν ως προς όλα τα θήλεα, είναι αδύνατον να ευρεθή ημέρα πνευματικής ισορροπίας και ψυχικής γαλήνης όλων των θηλέων, ώστε την ευτυχή εκείνην ημέραν να ορίζονται αι εκάστοτε εκλογαί. Η γυναικεία συνεπώς ψήφος είναι πράγμα επικίνδυνον, άρα αποκρουστέον». (Εφημερίδα «Νέα Ημέρα», 20 Μαρτίου 1928).
Το κείμενο που μόλις διάβασα, επιβεβαιώνει την ιστορική διαπίστωση – δίδαγμα ότι η ιστορία προχωράει με την  ανυπακοή και όχι με την υπακοή.

Αν δεν υπήρχε η ανυπακοή των γυναικών, ακόμα θα επικρατούσαν οι προηγούμενες αντιλήψεις. Και προσέξτε: δεν ήταν αντιλήψεις τυχαίων, ιδιόρρυθμων ανθρώπων. Ήταν οι κυρίαρχες αντιλήψεις, που τεκμηρίωναν επιστημονικά εξέχοντες επιστήμονες της τότε εποχής.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Συνηθίζουμε να θεωρούμε ότι η ζωή μας τοποθετείται και ξεκινάει από το παρόν και προσβλέπει στο μέλλον. Έτσι, παραβλέπουμε ότι η ύπαρξή μας είναι έγχρονη. Έρχεται από πολύ μακρυά και πηγαίνει ακόμα μακρύτερα. Βρίσκεται σε διαρκή ζωντανή διαλεκτική σχέση παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος. Γιατί, πολύ απλά, δεν υπάρχει παρόν χωρίς παρελθόν και το αντίθετο. Κι αν το καλοσκεφτούμε, εμείς αυτή τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, είμαστε το παρελθόν του αύριο.
Κάθε παρόν είναι παρελθόν, σε σχέση με το μέλλον. Για το λόγο αυτό, το παρόν, το εκάστοτε παρόν, πρέπει να αξιοποιεί το παρελθόν για να δημιουργήσει ένα νέο παρόν. Διαφορετικά, θα συμβαίνει αυτό που με άλλα λόγια αναφέρθηκε ήδη: Θα έχει κανείς την παραμορφωτική αντίληψη ότι ανακαλύπτει για πρώτη φορά τον κόσμο, ότι όλα συμβαίνουν στον εκάστοτε παρόντα χρόνο για πρώτη φορά.
Μελετάμε την ιστορία για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε το παρόν, την πραγματικότητα που ζούμε σήμερα. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, με την ποικιλομορφία και την πολυπλοκότητά τους, βρίσκονται σε αντικειμενική αλληλοσύνδεση και αλληλεπίδραση.
Η γνώση της ιστορίας, όπως κάθε γνώση, έχει τις δυσκολίες της. Έχει τα δικά της καθοριστικά ερωτήματα, που ζητούν επιτακτικά απαντήσεις.
Τι είναι αυτό που αποκαλούμε ιστορική αλήθεια; Μπορούμε να λέμε ολόκληρη την ιστορική αλήθεια; Αντέχει μία κοινωνία να ακούσει την ιστορική αλήθεια; Υπάρχουν συμφέροντα που θέλουν να συσκοτίσουν την ιστορική αλήθεια και ερευνητές που θέλουν να φωτίσουν, να αναδείξουν και διαδώσουν την ιστορική αλήθεια;
Τα ερωτήματα αυτά και άλλα πολλά δεν μπορούν να αποτελέσουν εμπόδιο στην αναζήτηση της ιστορικής αλήθειας. Καθένας μας μπορεί να την αναζητήσει και να την κάνει κτήμα του. Προφανώς, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη υψηλής παιδείας. Προσοχή, δεν αναφέρομαι στα λίγα ή πολλά πτυχία και μεταπτυχιακά. Αναφέρομαι στην Παιδεία με κεφαλαίο Π, την οποία μπορεί να διαθέτει και ένας χωρίς πτυχία.
Είναι μία από τις πλέον μακραίωνες η ελληνική ιστορία. Είναι γεμάτη από ηρωϊκά μεγαλεία και υψηλά, παγκόσμιας, πανανθρώπινης εμβέλειας πνευματικά, πολιτιστικά επιτεύγματα. Ταυτόχρονα είναι πλούσια σε εμφύλιους πολέμους και διχασμούς, σε διώξεις και δολοφονίες αντιπάλων των εκάστοτε κρατούντων και άλλα «μελανά σημεία».
Η ιστορία, όμως, δεν γράφετε με ευχολόγια και με ροδοπέταλα.
Προχωρά με αντιφάσεις και συγκρούσεις και γράφεται, κυρίως, με πόνο, δάκρυα και αίμα. Τίποτα από όσα βλέπουμε σήμερα δεν προέκυψε με τριαντάφυλλα και γαρύφαλλα.
Μελετώντας αυτές τις ιστορικές αντιφάσεις μπορούμε στον έναν ή στον άλλο βαθμό να δούμε την πραγματικότητα, μέσα στην οποία ζούμε, με καθαρό βλέμμα, χωρίς παραμορφωτικούς φακούς.
Σε σχέση με τη σημερινή εκδήλωσή μας, θέλω να θυμίσω ότι η Ελλάδα των νικηφόρων Βαλκανικών Πολέμων, που τιμούμε σήμερα, είχε πίσω της: α) την πτώχευση του 1893 επί Χαριλάου Τρικούπη, β) την ήττα του πολέμου με την Τουρκία του 1897 και γ) και τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο του 1898, ο οποίος έπαιρνε όλα τα έσοδα από το χαρτόσημο, τα τελωνεία και τα μονοπώλια για να πληρωθούν τα τότε δάνεια. Αυτή η Ελλάδα, της ήττας, της φτώχειας και της ταπείνωσης, μεγαλούργησε στους Βαλκανικούς Πολέμους και στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Γιατί;
Η ίδια μεγαλουργούσα Ελλάδα, λίγο μετά, υπέστη την Μικρασιατική Καταστροφή. Γιατί;
Εννοείται ότι δεν θα δώσω απαντήσεις.
Απλά θα αναφέρω ορισμένες διαπιστώσεις, σύμφωνα με όσα προανέφερα:
«Η υπερχρέωση της χώρας, από τον καιρό ακόμα που δεν είχε αναγνωριστεί, δεν είχε συγκροτηθεί σε οργανωμένο κράτος, δεν έγινε γιατί δεν επαρκούσε ο παραγόμενος πλούτος για τις ανάγκες της κοινωνίας ή λόγω μιας υπέρμετρης αναπτυξιακής προσπάθειας, αλλά για λόγους λεηλασίας αυτού του τεράστιου πλούτου.

Για τη λεηλασία ενός τεράστιου πλούτου που έφτανε και παραέφτανε, φτάνει και παραφτάνει να ζήσουν και να ζήσουν καλά όλοι.

Σε κάθε περίπτωση είναι απολύτως ψευδές ότι οι Έλληνες ζούσαν υπεράνω των δυνατοτήτων τους ή ότι το χρέος δεν ήταν διαχειρίσιμο λόγω μιας αντικειμενικά αναπόφευκτης φτώχειας».

Στις μέρες μας  «Ο πόλεμος των εννοιών είναι ο πιο δύσκολος απ’ όλους, γιατί πρέπει να καθαρίσει  ο καθένας μας το μυαλό του από την προπαγάνδα της συστημικής διανόησης  και της  άρχουσας ολιγαρχίας».

Είναι ο πόλεμος των εννοιών ίσως το ισχυρότερο εργαλείο στα χέρια του εκάστοτε συστήματος για την παραπλάνηση και χειραγώγηση των πολιτών. Έτσι συνέβαινε ιστορικά. Γιατί; Γιατί χτυπάει τα υψηλότερα αγαθά του ανθρώπου: Χτυπάει κατευθείαν στο μυαλό μας, στη συνείδησή μας.

Αν το δούμε από αυτή την οπτική, θα μπορέσουμε να ξαναδούμε, έννοιες, όπως Πατρίδα, Εθνική Κυριαρχία, Οικονομική Ανεξαρτησία, Λαϊκή Κυριαρχία, Κατοχή και να τους δώσουμε το περιεχόμενο που πράγματι έχουν σήμερα και να μην τις βλέπουμε με τα κριτήρια περασμένων αιώνων.

Τι σημαίνει σήμερα Εθνική Κυριαρχία; Σημαίνει να μην έχουμε στα χώματά μας ξένο στρατό κατοχής;

Έκανα μία απόπειρα να διευρύνω τα όρια, να επεκτείνω το νόημα της σημερινής εκδήλωσης και να φωτίσω, όσο αυτό είναι δυνατό, τα διδάγματα, που μπορούμε να αντλήσουμε από τη μελέτη της ιστορίας. Σε σας εναπόκειται η αξιολόγηση αυτής της μικρής απόπειρας.

Επισημαίνοντας άλλη μια φορά, ότι η επίσημη ιστορία κάθε εποχής, γράφεται από τους νικητές κάθε εποχής, και όχι μόνο γράφεται, αλλά ακόμα χειρότερα «χτίζεται»,

κλείνω (και πάλι) με τους στίχους του Γκαίτε: 

«Όποιος την ιστορία του την ίδια δεν ξέρει,
το πώς και το γιατί εδώ και τρεις χιλιάδες χρόνια,
στης αμάθειας το σκοτάδι μένει
και ζει μονάχα απ' τη μια (μέρα) στην άλλη μέρα».      




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αφήστε το σχόλιο σας εδώ!